IC.XC.NIKA

IC.XC.NIKA
IC.XC.NIKA

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Το σημείο του Σταυρού



Πριν από είκοσι αιώνες ο σταυρός ήταν όργανο ατιμωτικής τιμωρίας και φρικτού θανάτου. Οι Ρωμαίοι καταδίκαζαν στην ποινή της σταυρώσεως τους πιο μεγάλους εγκληματίες.

Σήμερα ο σταυρός κυριαρχεί σ' ολόκληρη τη ζωή των πιστών χριστιανών, σ' ολόκληρη τη ζωή της Εκκλησίας μας, σαν όργανο θυσίας, σωτηρίας, χαράς, αγιασμού και χάριτος. "Όπως γράφει ο ιερός Χρυσόστομος, "αυτό το καταραμένο και αποτρόπαιο σύμβολο της χειρότερης τιμωρίας, τώρα έχει γίνει ποθητό και αξιαγάπητο". Παντού το Βλέπεις. "Στην αγία Τράπεζα, στις χειροτονίες των Ιερέων, στη θεία λειτουργία, στα σπίτια, στις αγορές' στις ερημιές και στους δρόμους' στις θάλασσες, στα πλοία και στα νησιά' στα κρεβάτια και στα ενδύματα' στους γάμους, στα συμπόσια' στα χρυσά και τ' ασημένια σκεύη' στα κοσμήματα και στις τοιχογραφίες... Τόσο περιπόθητο σ' όλους έγινε το θαυμαστό αυτό δώρο, ή ανέκφραστη αυτή χάρη".

Πράγματι, οπού κι αν στρέψει κανείς το βλέμμα του, μέσα κι έξω από το ναό, θα δει το σημείο του σταυρού. Σαν ορατό, σχηματικό σύμβολο, αλλά και σαν ιερή χειρονομία. Το σημείο του σταυρού δεσπόζει στη ζωή της Εκκλησίας.

Γιατί όμως;

Γιατί από τότε πού πάνω στο σταυρό καρφώθηκε και πέθανε για τη σωτηρία του κόσμου ο ίδιος ο Θεός, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, το όργανο αυτό της τιμωρίας έγινε όργανο σωτηρίας. "... Ου γαρ έτι καταδίκης εστί τιμωρία, αλλά τρόπαιον εδείχθη ημίν σωτηρίας", λέει ένα τροπάριο. Το αντικείμενο της αισχύνης έγινε ή δόξα της Εκκλησίας. Της κατάρας το σύμβολο, έγινε "αράς της αρχαίας λύτρον". Της οδύνης και του θανάτου το ξύλο, έγινε "χαράς σημείον" και "ζωής ταμείον". Και όλ' αυτά επειδή πάνω στο ξύλο του σταυρού, μαζί με το πανάχραντο σώμα Του, ο Κύριος κάρφωσε και τις αμαρτίες μας. Όπως γράφει ο άγιος απόστολος Παύλος, μας χάρισε "πάντα τα παραπτώματα, εξαλείψας το καθ' ημών χειρόγραφον... προσηλώσας αυτό τω σταυρώ".
Ό σταυρός του Χριστού μας συμφιλίωσε με τον ουράνιο Πατέρα, από τον Όποιο μας είχε χωρίσει ο διάβολος, εξαπατώντας τους προπάτορες. Ό σταυρός του Χριστού μας άνοιξε τη βασιλεία των ουρανών, αφού μέχρι τη σταύρωση Εκείνου ο Άδης κατάπινε αχόρταγα ακόμη και τους δικαίους. Γι' αυτό έχει τόση δύναμη και χάρη, τη δύναμη και τη χάρη του Χριστού, πού, όταν σταυρώθηκε, τη μεταβίβασε με τρόπο μυστικό και ακατάληπτο στον τίμιο σταυρό Του, όπως σοφά μας λέει και ή υμνολογία: " Ο σταυρός σου, Χριστέ, ει και ξύλον οράται τη ουσία, αλλά θείαν περιβέβληται δυναστείαν και αισθητώς τω κοσμώ φαινόμενος, νοητώς την ημών θαυματουργεί σωτηρίαν...".

Ό σταυρός λοιπόν έγινε το σύμβολο του ιδίου του Χριστού. Σύμβολο πού τρέμουν τα δαιμόνια.

Αν είναι όμως πράγματι έτσι, γιατί τότε υπάρχουν άνθρωποι πού αρνούνται, αποστρέφονται και ατιμάζουν το σταυρό; "Πολλοί γαρ περιπατούσιν", γράφει ο απόστολος Παύλος, "ους πολλάκις έλεγον υμίν, νυν δε και κλαίων λέγω, τους εχθρούς του σταυρού του Χριστού, ων το τέλος απώλεια!...".
Πράγματι, ορισμένοι αιρετικοί είναι "εχθροί του σταυρού". Ό σταυρός, λένε, είναι όργανο εγκλήματος, και αποτελεί ειδωλολατρία ή απόδοση σ' αυτόν τιμής. Υποστηρίζουν μάλιστα πώς ή αρχαία Εκκλησία δεν χρησιμοποιούσε το σημείο του σταυρού.
Ή άποψη αυτή είναι πλανεμένη. Πρώτον, επειδή ή Εκκλησία μας δεν τιμά το σταυρό σαν ένα τυχαίο γεωμετρικό σχήμα. Δεύτερον, επειδή ή τιμή προς το σημείο του σταυρού έχει την αρχή της στους αποστολικούς ήδη χρόνους. Τρίτον, επειδή ο ίδιος ο Θεός φανέρωσε με υπερφυσικά γεγονότα, σε διάφορες περιπτώσεις και εποχές, ότι ο σταυρός αποτελεί το σύμβολο Του. Και τέταρτον, επειδή με το σημείο του σταυρού έγιναν και γίνονται εξαίσια θαύματα.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.

Α' Η Εκκλησία μας δεν τιμά το σταυρό αυτό καθεαυτό, σαν απλό σχήμα, αποδεσμευμένο από τον εσταυρωμένο Κύριο. Αυτό θα ήταν πράγματι ειδωλολατρία. Αλλά τον τιμά σαν το σύμβολο της μεγάλης θυσίας του Χριστού, από την όποια απορρέει ή χάρη, ο αγιασμός και ή σωτηρία του ανθρώπου. Τον ασπάζεται και τον προσκυνά σαν το σημείο του Υιού του ανθρώπου (Ματθ. 24, 30), πού έχει προσλάβει μυστικά και ακατάληπτα, όπως είπαμε, τη χάρη και τη δύναμη Του.
Βλέποντας ο πιστός το σχήμα του σταυρού, κάνοντας το σημείο του σταυρού, προσκυνώντας τον "τύπον" και το σύμβολο του σταυρού, βλέπει με τα μάτια της ψυχής του και προσκυνά τον εσταυρωμένο Ιησού. "Δεν ασπαζόμαστε το σταυρό σαν Θεό, αλλά δείχνοντας τη γνήσια διάθεση της ψυχής μας προς τον Εσταυρωμένο", γράφει ο άγιος Ιερώνυμος. Και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός διευκρινίζει ότι, εκτός από το τίμιο Ξύλο, "προσκυνούμε και τον τύπο του τιμίου και ζωοποιού σταυρού, αν και είναι από διαφορετική ύλη κατασκευασμένος, όχι βέβαια τιμώντας ,την ύλη - μη γένοιτο -, αλλά τον τύπο, σαν σύμβολο του Χριστού". Πόσο δίκιο έχουν οι άγιοι Πατέρες, θα διαπιστώσουμε παρακάτω, εξετάζοντας την αγιαστική και θαυματουργική δύναμη του σημείου του σταυρού.

Β' Η αρχή της τιμής προς το σημείο του σταυρού χάνεται στα βάθη της χριστιανικής αρχαιότητος, μια και μας παραδίδεται από τους αποστολικούς χρόνους.
Ό άγιος απόστολος Παύλος διακηρύσσει: " Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι' ου Εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω".
Ό άγιος απόστολος Πέτρος καταδικάστηκε σε θάνατο σταυρικό, όπως ο Κύριος. Τόσο τιμούσε όμως το σημείο του σταυρού, ώστε ικέτευε τους δήμιους του: "Δεν είμαι άξιος να με σταυρώσετε όρθιο, όπως το Χριστό μου. Εκείνος σταυρώθηκε έτσι για να βλέπει στη γη, επειδή θα πήγαινε στον Άδη να ελευθερώσει τις ψυχές, πού βρίσκονται εκεί. Εμένα όμως να με σταυρώσετε με το κεφάλι κάτω, για να βλέπω τον ουρανό, όπου πρόκειται να πάω".
Ό άγιος απόστολος Ανδρέας ο πρωτόκλητος, όταν αντίκρισε το σταυρό του μαρτυρίου του (σχήματος Χ), αναφώνησε με δέος και συγκίνηση: "Χαίρε, σταυρέ, πού με το σώμα του Χριστού αγιάστηκες και με τα μέλη του, σαν με μαργαριτάρια, στολίστηκες! Πριν καρφωθεί επάνω σου ο Κύριος μου, ήσουνα φοβερός για τους ανθρώπους. Τώρα όμως όλοι οι πιστοί γνωρίζουν πόση χάρη είναι κρυμμένη μέσα σου. Άφοβα και χαρούμενα σε πλησιάζω. Πρόθυμα δέξου με κι εσύ, το μαθητή του εσταυρωμένου Χριστού... Ω μακάριε και παμπόθητε σταυρέ, πάρε με από τους ανθρώπους και παράδωσε με στο Δάσκαλο μου!".
Την αρχαιότητα της χρήσεως του σημείου του σταυρού επιβεβαιώνει και ένας από τους μεγάλους απολογητές, ο Τερτυλλιανός (περίπου 160-220), πού γράφει: " Οπουδήποτε κι αν πρόκειται να φθάσουμε, για οπουδήποτε κι αν πρέπει να ξεκινήσουμε, όταν φθάνουμε και όταν ξεκινούμε, όταν βάζουμε τα παπούτσια μας, όταν πλενόμαστε, όταν τρώμε, όταν ανάβουμε το λυχνάρι, όταν πέφτουμε στο κρεβάτι, όταν καθόμαστε στο σκαμνί, όταν αρχίζουμε κάποια συζήτηση, κάνουμε στο μέτωπο μας το σημείο του σταυρού" (De corona 3,11).

Γ' Ο ίδιος ο Κύριος, με υπερφυσικά γεγονότα και θαυμαστές αποκαλύψεις, φανέρωσε σε διάφορες περιστάσεις, με τρόπο κραυγαλέο, πώς το σημείο του σταυρού αποτελεί το σύμβολο Του και το αήττητο τρόπαιο των πιστών. Θ' αναφερθούμε σ' ελάχιστα παραδείγματα, από τ' αναρίθμητα πού διασώζουν ή εκκλησιαστική ιστορία, οι άγιοι Πατέρες και τα συναξάρια.
1. Ό γνωστός εκκλησιαστικός Ιστορικός Ευσέβιος Καισαρείας (+ 340), σύγχρονος του άγιου Κωνσταντίνου του Μεγάλου, περιγράφει εναργέστατα και αδιάψευστα το πασίγνωστο περιστατικό της εμφανίσεως στον άγιο του φωτεινού σταυρού με την επιγραφή "εν τούτω νίκα", και μάλιστα μέρα μεσημέρι, με μάρτυρες όλους τους άνδρες του στρατεύματος του.
2. Εκτός από την παραπάνω υπερφυσική φανέρωση του σημείου του σταυρού, έγινε και μια άλλη, πάλι μπροστά σε αναρίθμητους αυτόπτες μάρτυρες, όταν βασιλιάς ήταν ο Κωνστάντιος, γιος του αγίου Κωνσταντίνου, και αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων ο άγιος Κύριλλος. Το θαύμα διηγείται ο ίδιος ο άγιος στο βασιλιά με μια επιστολή του, στην όποια αναφέρει ότι την ημέρα εκείνη (7 Μαΐου 346, περίοδος Πεντηκοστής), γύρω στην τρίτη ώρα (9 π.μ.), φάνηκε στον ουρανό το σημείο του τιμίου σταυρού, τεράστιο, ολοφώτεινο, εκτεινόμενο από τον άγιο Γολγοθά μέχρι το Όρος των Ελαιών. Δεν το είδαν ένας και δύο, αλλά όλοι οι κάτοικοι των Ιεροσολύμων. Και δεν φάνηκε για μια στιγμή μόνο, αλλά για ώρες πολλές κρεμόταν στο στερέωμα. Και ήταν τόσο λαμπρό, ώστε ξεπερνούσε στη λάμψη τις ακτίνες του ήλιου, γι' αυτό και μπορούσαν να το δουν φανερά μέρα μεσημέρι. Βλέποντας αυτό το θαύμα ό λαός της πόλεως έτρεξε στο ναό της Αναστάσεως. Όλοι έσπευσαν να δοξάσουν μ' ένα στόμα τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, έχοντας τώρα διδαχθεί από τα ίδια τα πράγματα ότι το πανευσεβές δόγμα των χριστιανών δεν στηρίζεται σε ανθρώπινη σοφία, πού πείθει με τα λόγια και τη λογική, αλλά στις αποδείξεις πού δίνουν τα πνευματικά χαρίσματα και οί θαυματουργικές δυνάμεις. Και το δόγμα δεν κηρύσσεται μόνο από ανθρώπους, αλλά μαρτυρείτε και από τον ίδιο το θεό, από τον ουρανό.
Την ανάμνηση "του εν ουρανώ φανέντος σημείου του Τιμίου Σταυρού" εορτάζει ή Εκκλησία μας στις 7 Μαΐου, ήμερα της εμφανίσεως του.
3. Ό άγιος μεγαλομάρτυς Ευστάθιος (20 Σεπτεμβρίου) αξιώθηκε να δει ένα θαυμαστό όραμα, χάρη στο όποιο μεταστράφηκε από την ειδωλολατρία στη χριστιανική πίστη.
Συνετός, εγκρατής, φιλάνθρωπος και φιλοδίκαιος, αν και ειδωλολάτρης, ό άγιος Ευστάθιος (πού λεγόταν τότε Πλακίδας) είλκυσε πάνω του τη χάρη του Χριστού, πού του αποκαλύφθηκε με παράδοξο τρόπο. Συγκεκριμένα, ενώ μια μέρα κυνηγούσε στο δάσος, βλέπει από μακριά ένα ωραιότατο και μεγαλόσωμο ελάφι, πού, ενώ έφευγε, έστρεφε κάθε τόσο το κεφάλι και τον παρατηρούσε κατάματα. Ό άγιος σπιρούνισε το άλογο του για να το φτάσει, αλλά δεν μπόρεσε. Έτρεξαν πίσω του και οι σύντροφοι του, αλλά μάταια. Μετά από ώρα αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την προσπάθεια, γιατί τα άλογα τους είχαν εξαντληθεί. Μόνο ο άγιος επέμεινε να καλπάζει πίσω από το ακούραστο ελάφι. Τελικά, καταϊδρωμένοι αυτός και το άλογο του, έφτασαν μπροστά σ' ένα μεγάλο χάσμα. Το ελάφι εύκολα πήδηξε απέναντι, όπου στάθηκε και κοίταζε τον άγιο. Το άλογο όμως δεν μπορούσε να πηδήξει, και αναγκάστηκε να σταματήσει. Τότε, με απερίγραπτη έκπληξη, βλέπει ο άγιος ανάμεσα στα κέρατα του ελαφιού έναν υπέρλαμπρο φωτεινό σταυρό, πού έφερε τον εσταυρωμένο Κύριο, και ακούει μια φωνή να του λέει: "Γιατί, Πλακίδα, με κυνηγάς; Εγώ είμαι ο Χριστός, πού δεν με γνωρίζεις, αλλά μ' εύαρεστεϊς με τα καλά σου έργα. Για χάρη σου λοιπόν φάνηκα πάνω σ' αυτό το ελάφι. Οι ελεημοσύνες και οι καλές σου πράξεις μ' ευχαρίστησαν. Γι' αυτό κι εγώ σου φανερώθηκα, γιατί δεν είναι δίκαιο ένας άνθρωπος σαν κι εσένα να μη γνωρίζει την αλήθεια...". Αυτά και άλλα πολλά του είπε ο Κύριος, πριν τον στείλει στον επίσκοπο του τόπου, ο όποιος τον βάπτισε μαζί με ολόκληρη την οικογένεια του, δίνοντας του το όνομα Ευστάθιος.
Τρία από τα αναρίθμητα παραδείγματα θεϊκών αποκαλύψεων, σχετικά με το σημείο του σταυρού, είναι όσα αναφέραμε πιο πάνω, με τα όποια διδασκόμαστε ότι το σημείο αυτό είναι ή σφραγίδα του Χριστού.
Για να αιτιολογηθεί με περισσότερα στοιχεία ή τιμή πού αποδίδει στο σταυρό ή Εκκλησία, και για να φανεί παραστατικά ή δύναμη του σημείου του σταυρού, ως σημείου του Χριστού, θα διηγηθούμε παρακάτω μερικά σποραδικά θαύματα - τα πιο πολλά από τους βίους των άγιων -, πού έγιναν κατά καιρούς μ' αυτό το πανίερο σύμβολο.

Δ' Ό άγιος Ιωάννης ο θεολόγος (26 Σεπτεμβρίου), θεράπευσε στην Πάτμο τον παράλυτο ειδωλολάτρη ιερέα του Απόλλωνα, σφραγίζοντας τον με το σημείο του σταυρού.
Ό άγιος Αντώνιος ο μέγας (17 Ιανουαρίου), θέλοντας να καταισχύνει κάποιους ειδωλολάτρες σοφούς, πού πήγαν να τον πειράξουν, έφερε μπροστά τους μερικούς δαιμονισμένους και είπε: " Η καθαρίστε τους εσείς με τους συλλογισμούς σας και μ' οποιαδήποτε άλλη τέχνη ή μαγεία θέλετε, επικαλούμενοι τα είδωλα σας, ή, αν δεν μπορείτε, παραιτηθείτε από την πολεμική εναντίον μας, και θα δείτε τη δύναμη του σταυρού του Χριστού!". Και την ίδια στιγμή επικαλέστηκε τον Κύριο, σφραγίζοντας τους δαιμονισμένους τρεις φορές με το σημείο του σταυρού. Αμέσως εκείνοι ελευθερώθηκαν από τα δαιμόνια και σηκώθηκαν θεραπευμένοι, δοξάζοντας το Θεό.
Όταν ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου (12 Μαΐου) ήταν ακόμα μικρό δεκάχρονο παιδί, ένα ατίθασο γαϊδούρι τον τραυμάτισε σοβαρά στο μηρό και τον έριξε χάμω, ανίκανο πια να σηκωθεί. Τότε ένας ευσεβής χριστιανός, ο Κλεόθιος, τον σταύρωσε τρεις φορές στο χτυπημένο μέλος, και αμέσως ο μικρός Επιφάνιος γιατρεύτηκε και σηκώθηκε. Ο ίδιος ο άγιος, πολύ αργότερα, σταύρωσε τρεις φορές επίσης τη θυγατέρα του βασιλιά της Περσίας, και την απάλλαξε αυτοστιγμεί από το δαιμόνιο πού την βασάνιζε.
Ό άγιος Βασίλειος ο μέγας (1 Ιανουαρίου), όταν ο αρειανός βασιλιάς Ούάλης διέταξε να παραδοθεί ο καθεδρικός ναός της Νικαίας στους αρειανούς, ζήτησε ν' αφήσουν το Θεό ν' αποφανθεί για το ζήτημα. Πρότεινε να κλείσουν το ναό, κι έπειτα να προσευχηθούν τόσο οι αρειανοί όσο και οι ορθόδοξοι. Και αν ανοίξει με την προσευχή των ορθοδόξων, να παραμείνει σ' αυτούς. Αλλιώς, αν δηλαδή ανοίξει με την προσευχή των αρειανών ή ακόμα κι αν δεν ανοίξει καθόλου, να τον πάρουν οι αρειανοί. Έτσι κι έγινε. Άλλα οι προσευχές των αιρετικών δεν καρποφόρησαν. Αντίθετα, μόλις ό άγιος Βασίλειος σχημάτισε τρεις φορές το σημείο του σταυρού πάνω στην κλειστή πύλη του ναού λέγοντας, " Ευλογητός ό Θεός των χριστιανών εις τους αιώνας των αιώνων", αμέσως έσπασαν οι μοχλοί κι ανοίχτηκαν τα θυρόφυλλα. Έτσι ή εκκλησία παρέμεινε στους ορθοδόξους.
Ή αγία Βασίλισσα (3 Σεπτεμβρίου), όταν ο ηγεμόνας της Νικομήδειας Αλέξανδρος την έριξε μέσα σ' ένα καμίνι, σφραγίστηκε με το σημείο του σταυρού και δεν πειράχτηκε καθόλου από τη φωτιά.
Με το σημείο του σταυρού γιάτρευε όλους τους αρρώστους, πού έτρεχαν κοντά του για να βρουν την υγεία τους, ο άγιος Θαλλέλαιος (20 Μαΐου).
Με το σημείο του σταυρού ο όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σάλος (28 Μαΐου) και ό άγιος Ζαχαρίας ό σκυτοτόμος (17 Νοεμβρίου) άνοιγαν τις νύχτες τις κλειδωμένες πύλες των εκκλησιών της Κωνσταντινουπόλεως, όπου πήγαιναν και προσεύχονταν κρυφά από τους ανθρώπους, και με τον ίδιο τρόπο τις έκλειναν πάλι φεύγοντας.
Άλλα δεν έχουν τέλος τα θαύματα του σταυρού.
Ένα διαρκές, επαναλαμβανόμενο θαύμα είναι του αγιασμού. Μόνο ή 'Ορθόδοξη Εκκλησία, ή κιβωτός της Αλήθειας, έχει αυτό το θεϊκό δώρο και προνόμιο. Μόνο ή Εκκλησία μας έχει αγιασμό. Με τη σταυροειδή ευλογία του ιερέως και την τριπλή σταυροειδή βύθιση του σταυρού στο νερό, αυτό αγιάζεται και γίνεται "ιαματικόν ψυχών και σωμάτων, και πάσης αντικείμενης δυνάμεως αποτρεπτικόν", ενώ, επιπλέον, παραμένει ακέραιο και αναλλοίωτο μέσα στο χρόνο!
Έχει δίκιο, λοιπόν, ο άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης όταν γράφει: "Ό σταυρός είναι εικόνα του εσταυρωμένου Χριστού, του Υιού του θεού. Γι' αυτό και το σημείο του, και ή σκιά του ακόμα μόνη, προκαλούν τρόμο στους δαίμονες, γιατί είναι το σημείο του Χριστού, γιατί είναι ή σκέπη του εσταυρωμένου. Γι' αυτό αρκεί να βυθίσει κανείς το σταυρό στο νερό για να το αγιάσει. Μετά απ' αυτό, το νερό γίνεται ιαματικό και διώχνει τα δαιμόνια".

Με όλα όσα πολύ συνοπτικά εκθέσαμε ως εδώ, αιτιολογείται και κατανοείται απόλυτα ή μεγάλη τιμή με την οποία περιβάλλει ή Εκκλησία μας το σημείο του σταυρού, καθώς και ή συχνότατη χρήση του τόσο στη θεία λατρεία όσο και στην καθημερινή ζωή των πιστών:
Σ' όλες τις κινήσεις του λειτουργού, κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας, από το "Ευλογημένη ή Βασιλεία" μέχρι το "Δι' ευχών", κυριαρχεί το σημείο του σταυρού.
Σε όλες τις λατρευτικές πράξεις και τελετές, όπου γίνεται λόγος για ευλογία, κατά την άγραφη παράδοση της Εκκλησίας πρέπει να σχηματίζεται από τον ιερέα "σταυρού τύπος".
Όπου κι αν στρέψει κανείς το βλέμμα του, μέσα κι έξω από τον ορθόδοξο ναό, θα δει το σημείο του σταυρού αποτυπωμένο: στη ναοδομία, στην εικονογραφία, στην εκκλησιαστική διακοσμητική, στα λειτουργικά βιβλία, στα ιερά άμφια και σκεύη...
Άλλα και στην καθημερινή μας ζωή όλοι οι πιστοί διαφυλάσσουμε σαν πολύτιμη πνευματική και αγιαστική παρακαταθήκη την ιερή συνήθεια της χρήσεως του σημείου του σταυρού.
Οι ευσεβείς χριστιανοί κάνουν πολύ συχνά το σταυρό τους: Το πρωί πού σηκώνονται από τον ύπνο- στη διάρκεια όλων των προσευχών τους, όταν φεύγουν από το σπίτι τους, όταν περνούν μπροστά από ιερούς ναούς, όταν αρχίζουν κάποια εργασία, όταν τελειώνουν την εργασία, πριν πιουν νερό ή άλλο ποτό, πριν από το φαγητό, μετά το φαγητό, πριν κατακλιθούν για ύπνο- όταν ακούσουν είτε ευχάριστη είτε δυσάρεστη είδηση... Σε κάθε περίσταση, εύκαιρα-άκαιρα, το σημείο του σταυρού!... Ή ημέρα του πιστού αρχίζει - και πρέπει ν' αρχίζει - με το σταυρό και τελειώνει με το σταυρό. Άλλα και αντίστροφα, ή νύχτα του αρχίζει και τελειώνει πάλι με το σταυρό.
Πολλές φορές επίσης οι χριστιανοί καταφεύγουν στο ναό, αναζητώντας τον ιερέα για να τους "σταυρώσει", δηλαδή να τους ευλογήσει σταυροειδώς (είτε με σταυρό είτε με άλλο ιερό σκεύος ή άμφιο), προκειμένου να ενισχυθούν εναντίον των πειρασμών ή ν' ανακουφιστούν από κάποια ασθένεια.
Τόσο μεγάλη είναι ή δύναμη του σημείου του σταυρού, σημείου του παντοδύναμου Υιού του Θεού. Τόσο μεγάλη ή χάρη πού κλείνει μυστικά μέσα του. Όπως συνοπτικά και παραστατικά διατυπώνει ο άγιος Μακάριος Μόσχας, "πολλές φορές ένα και μόνο σημείο του σταυρού, πού γίνεται με πίστη και έντονα βιώματα, είναι ισχυρότερο από πολλά λόγια προσευχής μπροστά στο θρόνο του Ύψιστου. Σ' αυτό υπάρχει το φως πού καταυγάζει την ψυχή, ή ιαματική δύναμη πού θεραπεύει τα ασθενήματα των ψυχών και των σωμάτων, ή μυστική δύναμη πού αντιδρά σε κάθε βλάβη. Ταράζουν την ψυχή σου ακάθαρτοι λογισμοί και επιθυμίες; Περιτειχίσου με το σημείο του σταυρού, διπλασίασε και τριπλασίασε αυτό το τείχος, και οι ακάθαρτοι λογισμοί θα δαμαστούν. Κατατυραννιέται ή καρδιά σου από τη μελαγχολία και τη θλίψη; Σε κυριεύει ο φόβος ή σε περιστοιχίζουν οι πειρασμοί; Αισθάνεσαι τις πονηρίες των αοράτων εχθρών; Κατάφυγε σ' αυτή τη δύναμη του σταυρού, και ή ειρήνη της ψυχής θα ξαναγυρίσει, οι πειρασμοί θ' απομακρυνθούν, ή παρηγοριά της χάριτος του Θεού και ή πνευματική ευφροσύνη θα πλημμυρίσουν την καρδιά σου".

Μετά απ' αυτά όμως, ευλόγα μας γεννιέται το ερώτημα: "Αν έχει τόση χάρη και τόση δύναμη το σημείο του σταυρού, γιατί δεν μπορούμε κι εμείς όλοι ν' απολαύσουμε τις ευλογίες και τις δωρεές του;
Δεν είναι δύσκολη ή απάντηση: Επειδή δεν το χρησιμοποιούμε σωστά, όπως πρέπει, όπως θέλει ο Θεός και ή Εκκλησία.

Θ' αναφερθούμε ενδεικτικά μόνο σε τέσσερις αιτίες:
α) Ίσως γιατί είμαστε ολιγόπιστοι και χλιαροί. Δεν κάνουμε το σημείο του σταυρού με ζωντανή πίστη στον εσταυρωμένο Κύριο και στη δύναμη της χάριτος του σταυρού Του.
β) Ίσως γιατί δεν έχουμε ταπεινοφροσύνη. Έτσι, αν ο Κύριος ενεργοποιήσει τη δύναμη του σημείου του σταυρού Του, υπάρχει κίνδυνος να πέσουμε σε υπερηφάνεια, θεωρώντας τις συνέπειες αυτής της θείας δυνάμεως σαν δικά μας κατορθώματα.
γ) Ίσως για τη σκληροκαρδία, την αμαρτωλότητα και την αμετανοησία μας. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, πρέπει "να έχωμεν το χέρι μας καθαρόν από αμαρτίες και αμόλυντο, και τότε, ωσάν κάνομεν τον σταυρόν, κατακαίεται ο διάβολος και φεύγει. Είδε και είμεσθεν μεμολυσμένοι με αμαρτίες, δεν πιάνεται ο σταυρός οπού κάνομεν... [και τότε] οι δαίμονες δεν φοβούνται".
δ) Τέλος, ίσως επειδή δεν κάνουμε το σημείο του σταυρού σωστά, με τον τρόπο πού μας έχει παραδώσει ή άγια Εκκλησία μας, προσβάλλοντας έτσι την ιερότητα του και τον ίδιο τον Κύριο.
Αυτό το τελευταίο πρέπει να το προσέξουμε πολύ. Πάρα πολύ. Όλοι μας - κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί - είμαστε ένοχοι, άλλος λίγο άλλος πολύ, για απρόσεκτη ή μηχανική ή και ασεβή εκτέλεση του σημείου του σταυρού πάνω στο σώμα μας.
Ορισμένοι κινούν βιαστικά το χέρι πάνω στο στήθος - ή και στον αέρα, χωρίς ν' ακουμπούν καθόλου το σώμα τους - άλλοτε σχηματίζοντας τρίγωνο ή Χ, και άλλοτε παίζοντας, θαρρείς, κιθάρα. Πώς να χαρακτηρίσει κανείς μια τέτοια άσκοπη και ακατανόητη κίνηση, πού φτάνει στα όρια της βλασφημίας; Βαρύς μα αληθινός είναι ο λόγος του ιερού Χρυσοστόμου, πού γράφει κάπου ότι ο ίδιος ο διάβολος κινεί το χέρι των απρόσεκτων αυτών χριστιανών, για να χλευάσει το πανίερο σύμβολο τον τιμίου σταυρού και για να κολάσει τους ίδιους.
Κάποιοι χριστιανοί πάλι πέφτουν σε άλλο σφάλμα. Είναι εκείνοι πού έρχονται στην εκκλησία, στέκονται συνήθως σε εμφανή σημεία και εκεί, μπροστά σε όλους, με κουφή επιδεικτικότητα, σπάζουν τη μέση σε βαθειές μετάνοιες, απλώνουν ανεξέλεγκτα τα χέρια πέρα-δώθε και σταυροκοπιούνται με κινήσεις πληθωρικές, αδιάκριτες, κάποτε μάλιστα και γελοίες...
Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία χριστιανών, πού αποφεύγουν εντελώς να κάνουν το σημείο του σταυρού, και μάλιστα δημόσια. Είναι εκείνοι πού ντρέπονται να ομολογήσουν την πίστη τους στο Χριστό και στο σταυρό Του. Φοβούνται την ειρωνεία, την περιφρόνηση, τη χλεύη των ανθρώπων του κόσμου. Αγαπούν, όπως γράφει ο άγιος ευαγγελιστής Ιωάννης, "την δόξαν των ανθρώπων μάλλον υπέρ την δόξαν του Θεού". Αν ανήκουμε σ' αυτούς, ας θυμηθούμε την παραγγελία του άγιου αποστόλου Παύλου, "μη συσχηματίζεσθε τω αιώνι τούτω", καθώς και τη σοβαρή προειδοποίηση του ίδιου του Κυρίου, "πας ουν όστις ομολογήσει εν Εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς, όστις δ' αν αρνήσηταί με έμπροσθεν των ανθρώπων, αρνήσομαι αυτόν καγώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς". Και, πέρα απ' αυτά, ας συνειδητοποιήσουμε ότι στερούμε τον εαυτό μας και από ένα πανίσχυρο όπλο κατά των πειρασμών, των παθών, των ασθενειών και των δαιμόνων. "Ας προσέξουμε τι μας συμβουλεύει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων: "Μη ντρεπόμαστε το σταυρό του Χριστού. Κι αν άλλος ντρέπεται και τον κρύβει, εσύ κάνε φανερά το σταυρό σου, για να δουν οι δαίμονες το σημείο αυτό του βασιλιά Χριστού, και να φύγουν μακριά τρέμοντας. Κάνε μάλιστα το σημείο του σταυρού συχνά, είτε τρως, είτε πίνεις, είτε κάθεσαι, είτε ξαπλώνεις, είτε σηκώνεσαι, είτε μιλάς, είτε περπατάς, κοντολογής σε κάθε περίσταση. Γιατί όποιος σταυρώνεται εδώ στη γη, βρίσκεται νοερά πάνω στον ουρανό... Είναι μεγάλο το φυλακτήριο. Δωρεάν το παίρνουν οι φτωχοί και άκοπα οι άρρωστοι, επειδή ή χάρη του προέρχεται από το Θεό. Σημάδι είναι των πιστών και φόβος των δαιμόνων".

Πώς όμως θα γίνει και για μας φυλακτήριο το σημείο του σταυρού;

Πώς θα γίνει στα χέρια μας φόβητρο των δαιμόνων; Αν το κάνουμε σωστά. Αν το κάνουμε όπως μας παραδίδει και μας διδάσκει ή άγια Εκκλησία μας - με πίστη, ευλάβεια, συναίσθηση, ιεροπρέπεια, ταπείνωση και διάκριση.
Πώς δηλαδή;
Αρχικά ενώνουμε τα τρία πρώτα δάκτυλα του δεξιού χεριού, ομολογώντας έτσι την πίστη μας σ' ένα Θεό, πού είναι ταυτόχρονα και τρεις υποστάσεις, τρία πρόσωπα - ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα -, ομοούσια, ενωμένα μεταξύ τους "αχωρίστως" και "αδιαιρέτως". Τα άλλα δύο δάκτυλα, πού ακουμπούν στην παλάμη, συμβολίζουν τις δύο φύσεις, δύο θελήσεις και δύο ενέργειες του Κυρίου μας, τη θεία και την ανθρώπινη. Μ' αυτό τον τρόπο κάνουμε μια συμβολική ομολογία της ορθοδόξου πίστεως μας, πού βάσεις και θεμέλια της αποτελούν το τριαδολογικό και το χριστολογικό δόγμα.

Μετά φέρνουμε το χέρι στο μέτωπο, τη σωματική περιοχή της διανοητικής λειτουργίας, φανερώνοντας έτσι ότι αγαπούμε το Θεό μ' όλη τη διάνοια μας και ότι αφιερώνουμε σ' Αυτόν όλες τις σκέψεις μας.
Το χέρι έρχεται κατόπιν στην κοιλιά. Έτσι δηλώνουμε συμβολικά ότι προσφέρουμε στον Κύριο όλες τις επιθυμίες μας και όλα τα συναισθήματα μας.

Τέλος, φέρνουμε το χέρι στους ώμους, πρώτα στο δεξιό και μετά στον αριστερό, ομολογώντας έτσι ότι και κάθε σωματική μας δραστηριότητα ανήκει σ' Εκείνον.

Μιαν άλλη συμπληρωματική ερμηνεία, θεολογικότατη μέσα στην απλότητα της, μας δίνει στην πέμπτη διδαχή του ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός:
"Ακούσατε, χριστιανοί μου, πώς πρέπει να γίνεται ο σταυρός και τι σημαίνει. Μας λέγει το Άγιον Ευαγγέλιον πώς ή αγία Τριάς, ο Θεός, δοξάζεται εις τον ουρανόν περισσότερο από τους αγγέλους. Τι πρέπει να κάμεις και εσύ; Σμίγεις τα τρία σου δάκτυλα με το δεξιόν το χέρι σου και μην ημπορώντας να ανεβείς εις τον ουρανόν να προσκύνησης, βάνεις το χέρι σου εις το κεφάλι σου, διατί το κεφάλι σου είναι στρογγυλό και φανερώνει τον ουρανόν και λέγεις με το στόμα: Καθώς εσείς οι άγγελοι δοξάζετε την Αγίαν Τριάδα εις τον ουρανόν, έτσι και εγώ, ως δούλος ανάξιος, δοξάζω και προσκυνώ την Αγίαν Τριάδα. Και καθώς αυτά τα δάκτυλα είναι τρία - είναι ξεχωριστά, είναι και μαζί - έτσι είναι και ή αγία Τριάς, ο Θεός, τρία πρόσωπα και ένας μόνος Θεός. Κατεβάζεις το χέρι σου από το κεφάλι σου και το βάνεις εις την κοιλίαν σου και λέγεις: Σε προσκυνώ και σε λατρεύω, Κύριε μου, ότι κατεδέχθης και εσαρκώθης εις την κοιλίαν της Θεοτόκου δια τας αμαρτίας μας. Το βάζεις πάλιν εις τον δεξιόν σου ώμον και λέγεις: Σε παρακαλώ, Θεέ μου, να με συγχώρησης και να με βάλεις εις τα δεξιά σου με τους δικαίους. Βάνοντας το πάλι εις τον αριστερόν ώμον λέγεις: Σε παρακαλώ, Κύριε μου, μη με βάλεις εις τα αριστερά με τους αμαρτωλούς. Έπειτα κύπτοντας κάτω εις την γην: Σε δοξάζω, Θεέ μου, σε προσκυνώ και σε λατρεύω, ότι, καθώς εβάλθηκες εις τον τάφον, έτσι θα βαλθώ και εγώ. Και όταν σηκώνεσαι ορθός, φανερώνεις την Ανάστασιν και λέγεις: Σε δοξάζω, Κύριε μου, σε προσκυνώ και σε λατρεύω, πώς αναστήθηκες από τους νεκρούς δια να μας χαρίσεις την ζωήν την αιώνιον. Αυτό σημαίνει ο πανάγιος σταυρός.

Όπως διαπιστώνουμε από τα παραπάνω, το σημείο του σταυρού κλείνει μέσα του όλα τα σωτηριώδη γεγονότα, πού οικονόμησε ή άπειρη αγάπη του Θεού για τον "πεπτωκότα" άνθρωπο.


Γι' αυτό ακριβώς είναι σημείο σωτήριο, σημείο ζωοποιό, σημείο αγιαστικό, "νικοποιόν όπλον" (άγ. Σωφρόνιος Ιεροσολύμων), "των κακών αλεξιτήριον" (άγ. Γρηγόριος Νύσσης), "κεφάλαιον των αγαθών απάντων" (άγ. Ιωάννης ό Χρυσόστομος) για τους χριστιανούς.

Ας το χρησιμοποιούμε λοιπόν όσο μπορούμε πιο συχνά, αγιάζοντας μ' αυτό κάθε πτυχή της καθημερινής και της πνευματικής μας ζωής.


ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 1995

πηγη

ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2013/09/to-simeio-tou-staurou.html#ixzz2efH3J48v

Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Γιατί το Άγιο Πνεύμα εμφανίσθηκε με τη μορφή πύρινης γλώσσας;


Όταν ο Κύριος βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη το Άγιο Πνεύμα εμφανίσθηκε εν είδει περιστεράς. Εμφανίσθηκε όχι για να προσθέσει κάτι στον Χριστό, αλλά συμβολικά, έτσι ώστε να δείξει αυτό που υπάρχει μέσα στον Χριστό: την ακακία, την καθαρότητα και την ταπεινότητα.

Αυτό συμβολίζει το περιστέρι. Όταν οι απόστολοι συγκεντρώθηκαν την πεντηκοστή ημέρα από την ήμερα της Ανάστασης, το Άγιο Πνεύμα εμφανίσθηκε με τη μορφή πύρινων γλωσσών. Εμφανίσθηκε ως πύρινη γλώσσα για να τους αφαιρέσει κάτι και να τους προσθέσει κάτι. Δηλαδή, να αφαιρέσει από αυτούς κάθε αμαρτία, κάθε αδυναμία, φόβο και ακαθαρσία της ψυχής και να τους δωρίσει τη δύναμη, το φως και τη ζεστασιά. Οι πύρινες γλώσσες επισημαίνουν συμβολικά αυτά τα τρία: τη δύναμη, το φως και τη ζεστασιά.

Γνωρίζεις ότι το πυρ είναι δυνατό, γνωρίζεις πως φωτίζει και ζεσταίνει. Αλλά όταν μιλάς για το Άγιο Πνεύμα πρόσεξε να μην σκέπτεσαι υλικά αλλά πνευματικά. Γίνεται λόγος λοιπόν, για την πνευματική δύναμη, για το πνευματικό φώς και για την πνευματική ζεστασιά. Και αυτά είναι: η δυνατή θέληση, ο φωτισμένος νους και η ζέση της αγάπης. Μ΄ αυτά τα τρία πνευματικά όπλα εξόπλισε το Άγιο Πνεύμα τους στρατιώτες του Χριστού για να αντιμετωπίσουν τον κόσμο. Ο Διδάσκαλος τους είχε απαγορεύσει ακόμα και ράβδο να φέρουν από τα επίγεια όπλα.

Γιατί το πυρ εμφανίζεται με τη μορφή γλωσσών πάνω από τα κεφάλια τους; Επειδή οι απόστολοι έπρεπε μέσω της γλώσσας να κηρύξουν στους λαούς το χαρμόσυνο νέο, την ευαγγελική αλήθεια και ζωή, την επιστήμη της μετάνοιας και της συγχώρεσης. Με τον λόγο έπρεπε να διδάξουν, με τον λόγο να θεραπεύουν, με τον λόγο να παρηγορούν, με τον λόγο να αγιάζουν και να καθοδηγούν, με τον λόγο να φροντίζουν την Εκκλησία. Επίσης, με τον λόγο να αμύνονται, αφού τους είπε ο Οδηγός να μην φοβούνται τους διώκτες και να μην υπερασπίζονται εαυτούς στα δικαστήρια κατά το δοκούν, επειδή είναι απλοί άνθρωποι, και τους βεβαίωσε: «Ου γαρ υμείς έστε οι λαλούντες αλλά το Πνεύμα του πατρός υμών το λαλούν εν υμίν» (Ματθ. 10,20). Θα μπορούσαν άραγε να μιλούν τη συνηθισμένη γλώσσα των ανθρώπων για το μέγιστο χαρμόσυνο νέο το οποίο έφθασε ποτέ στα αυτιά των ανθρώπων, ότι ο Θεός εμφανίσθηκε στη γη και άνοιξε στους ανθρώπους τις πύλες της αθάνατης ζωής; Θα μπορούσε άραγε ο άνθρωπος με τη θνητή ανθρώπινη φύση να διαδώσει αυτό το ζωοποιό βάλσαμο μέσα από τη δυσωδία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και μάλιστα έως την άκρη του κόσμου; Με τίποτα και ποτέ. Μόνο το πύρινο Πνεύμα του Θεού μπορούσε να το κάνει, το οποίο διά στόματος αποστόλων σκόρπισε ουράνιες σπίθες στο επίγειο σκοτάδι.

Αλλά, άνθρωπε, δεν αισθάνθηκες ποτέ το Πνεύμα του Θεού μέσα σου; Δες, και εσύ είσαι βαπτισμένος με Πνεύμα· με νερό και Πνεύμα. Άραγε ποτέ δεν σε ξάφνιασε μέσα σου κάποια μεγάλη και φωτεινή σκέψη, σιωπηρός λόγος του Αγίου Πνεύματος; Ποτέ δεν σε ξάφνιασε σαν άνεμος και δεν φούντωσε μέσα στην καρδιά σου η αγάπη για τον Δημιουργό σου φέρνοντας σου δάκρυα στα μάτια;

Παραδώσου στην θέληση του Θεού και φύλαξε αυτό που δονεί την ψυχή· θα γνωρίσεις το θαύμα της Πεντηκοστής, που στάθηκε πάνω από τους αποστόλους.

Ειρήνη και χαρά από το Άγιο Πνεύμα.
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Η τραγωδία της Πίστεως»
Γραφείο Τύπου Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας,Ναούσης και Καμπανίας
 


ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2013/06/giati-to-agio-pneuma-emfanisthke-me-th-morfh-pyrinhs-glwssas.html#ixzz2XB7qI3R3

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

Όραμα της μέλλουσας κρίσης Του αγίου Νήφωνα Επισκόπου Κωνσταντιανής

Λίγα οράματα έχουν καταγραφεί με τόση σαφήνεια για τη μέλλουσα κρίση. Το όραμα αυτό που έδωσε ο Θεός στον άγιο, (που είναι ένα "ζουμ" του σχετικού σημείου της Αποκάλυψης), έχει αγαπηθεί από τους Χριστιανούς, όσο λίγες Θείες αποκαλύψεις. Και με χαρά το παρουσιάζουμε στην ιστοσελίδα μας, γνωρίζοντας ότι θα οδηγήσει τους δικαίους σε περισσότερο αγώνα και μετάνοια, και τους ασεβείς σε μεγαλύτερη κατάκριση και αφορμή απιστίας. Γιατί τα αληθή νοήματα των οράσεων και των συμβολισμών, δίνονται από τον Κύριο, μόνο σε όσους με αγαθή προαίρεση, είναι πρόθυμοι να αγνισθούν για τον ουράνιο νυμφώνα.



Μια βραδιά, αφού τελείωσε την καθιερωμένη νυχτερινή του προσευχή, ξάπλωσε να κοιμηθεί πάνω στις πέτρες του, όπως πάντα. Ήταν μεσάνυχτα και αγρυπνούσε ακόμη κοιτάζοντας το φεγγάρι και τα αστέρια στον ουρανό.

Μόνος καθώς ήταν, αναλογίσθηκε τις αμαρτίες του και θρηνούσε γοερά, γιατί έφερνε στον νου του τη φοβερά ώρα της Κρίσεως. Έξαφνα βλέπει να αποτραβιέται το στερέωμα του ουρανού σαν σεντόνι. Και να παρουσιάζεται ο Κύριος Ιησούς Χριστός σε πελώριες διαστάσεις. Στεκόταν στους αιθέρες περικυκλωμένος απ’ όλες τις ουράνιες στρατιές: άγγελοι, αρχάγγελοι, τάγματα φοβερά και εξαίσια, παραταγμένα με κάθε συστολή.

Ο Κύριος ένευσε στον στρατηγό του ενός τάγματος και εκείνος πλησίασε λαμπρός, φοβερός, μα και συνεσταλμένος:

«Μιχαήλ, Μιχαήλ, άρχοντα της διαθήκης, παράλαβε με το τάγμα σου τον πυρίμορφο θρόνο της δόξης μου και πήγαινε στην κοιλάδα του Ιωσαφάτ. Εκεί θα τον εγκαταστήσεις σαν πρώτο σημάδι της παρουσίας μου. Γιατί πλησιάζει η ώρα που θα λάβει καθένας κατά τα έργα του. Κάνε γρήγορα, έφτασε η στιγμή. Θα δικάσω αυτούς που προσκύνησαν τα είδωλα κι αρνήθηκαν Εμένα τον δημιουργό τους. Αυτούς που λάτρεψαν τις πέτρες και τα ξύλα που τους έδωσα για τις ανάγκες τους. Όλοι τους θα συντριβούν ως σκεύη κεραμέως. Καθώς και οι εχθροί μου οι αιρετικοί που τόλμησαν να με χωρίσουν από τον Πατέρα μου. Που τόλμησαν να υποβιβάσουν σε κτίσμα το Παράκλητον Πνεύμα. Αλλοίμονό τους, ποια κόλαση τους περιμένει!.

Τώρα θα εμφανισθώ και στους Ιουδαίους που με σταύρωσαν και δεν πίστεψαν στην θεότητά μου. Mου δόθηκε κάθε εξουσία, τιμή και δύναμη. Είμαι δικαιοκριτής. Τότε που ήμουνα πάνω στον Σταυρό έλεγαν: Ουά! Ο καταλύων τον ναόν… σώσον σεαυτόν. Τώρα, εμοί εκδίκησις, εγώ ανταποδώσω. Εγώ θα κρίνω, θα ελέγξω και θα τιμωρήσω σκληρά το πονηρό και διεστραμμένο γένος, γιατί δεν μετάνοιωσε. Τους έδωσα ευκαιρίες να μετανοήσουν, αλλά τις περιφρόνησαν. Θα λάβω λοιπόν τώρα την εκδίκηση.

Το ίδιο θα κάνω και στους Σοδομίτες, που βρώμισαν τη γη και τον αέρα με την δυσωδία τους. Τους έκαψα τότε. Και πάλι θα τους ξανακάψω, γιατί μίσησαν την ηδονή του Αγίου Πνεύματος και αγάπησαν την ηδονή του διαβόλου.

Θα τιμωρήσω και τους μοναχούς, τους άφρονες και σκοτισμένους, που μοιάζουν σαν θηλυμανή άλογα. Δεν αρκέσθηκαν στη νόμιμη συζυγία τους, αλλά στράφηκαν ανόητα στην μοιχεία και ο σατανάς τους έριξε δεμένους στην άβυσσο του πυρός. Δεν άκουσαν ότι φοβερό το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος; Δεν φοβούνται το εγώ το εμβρίμημά μου αποτελέσω εις αυτούς; Τους κάλεσα να μετανοιώσουν κι όμως δεν μετάνοιωσαν.

Θα καταδικάσω και τους κλέφτες που έκαναν ένα σωρό κακά, ακόμη και φόνους! Και όλους όσοι έπραξαν πλήθος αμαρτιών. Εγώ τους χάρισα ευκαιρίες για να αλλάξουν αλλά δεν έδωσαν καμιά σημασία. Που είναι τα καλά τους έργα; Τους έδειξα τον άσωτο σαν τύπο και υπογραμμό – και πολλούς άλλους – για να μην αποθαρρύνονται στις αμαρτίες τους. Αλλ’ αυτοί καταφρόνησαν τις εντολές μου και με αρνήθηκαν. Αποστράφηκαν Εμένα και υποδουλώθηκαν στην αμαρτία. Ας πορευθούν λοιπόν στη φλόγα που οι ίδιοι άναψαν.

Αλλά κι όσους πέθαναν μνησίκακοι, θα τους παραδώσω σε φοβερό κλύδωνα. Γιατί δεν πόθησαν την ειρήνη μου, αλλά στάθηκαν στη ζωή τους θυμώδεις, πικρόχολοι και οργίλοι.

Τους πλεονέκτες, τους τοκογλύφους και τους φιλάργυρους θα τους εξολοθρεύσω και θα ξεχύσω πάνω τους όλη μου την οργή, γιατί στήριξαν την ελπίδα τους στο χρυσάφι κι Εμένα με αγνόησαν σαν να μη φρόντιζα γι’ αυτούς.

Κι εκείνους τους ψευτοχριστιανούς, που ισχυρίζονταν ότι δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών ή ότι γίνεται μετεμψύχωση, θα τους λειώσω στη γεέννα σαν το κερί. Τότε θα πεισθούν για την ανάσταση των νεκρών.

Οι δηλητηριαστές, οι μάγοι κι όλοι οι όμοιοί τους θα βασανιστούν ανελέητα.

Αλλοίμονο και σ’ αυτούς που μεθάνε, γλεντοκοπάνε με κιθάρες και τύμπανα, που τραγουδάνε, χορεύουν, αισχρολογούν και φαντάζονται πονηρά. Τους κάλεσα και δεν με άκουσαν, αλλά με καταγελούσαν. Τώρα το σκουλήκι θα τους κατατρώει την καρδιά. Σ’ όλους χάρισα έλεος και μετάνοια, μα κανένας δεν έδινε τότε προσοχή.

Θα βυθίσω στο σκοτάδι κι όσους περιφρόνησαν τις Αγίες Γραφές, που τις έγραψε το Πνεύμα μου δια μέσου των αγίων.

Θα κρίνω ακόμη κι αυτούς που ασχολούνται με προλήψεις και δεισιδαιμονίες και στηρίζουν τις ελπίδες τους σε μαχαίρια, αξίνες, δρεπάνια κι άλλα παρόμοια. Τότε θα μάθουν ότι έπρεπε να ελπίζουν στον Θεό κι όχι στα δημιουργήματά Του. Θα ταράζονται και θ’ αντιλέγουν τότε, μα δεν θα έχουν πια καμιά δύναμη, γιατί εμοί εκδίκησις, εγώ ανταποδώσω.

Θα τιμωρήσω και τους βασιλείς και τους άρχοντες που με πίκραιναν αδιάκοπα με τις αδικίες τους. Έκριναν άδικα και περήφανα περιφρονώντας τους ανθρώπους. Και αυτοί μεν πληρώνονταν. Η δική μου όμως εξουσία δεν δέχεται δωροδοκίες. Για την αδικία τους θα τους αφανίσω. Τότε θα καταλάβουν ότι εγώ είμαι ο φοβερός που αφαιρώ τις εξουσίες των αρχόντων. Θα καταλάβουν ότι είμαι φοβερότερος απ’ όλους τους βασιλείς της γης. Ουαί σ’ αυτούς! Τι κόλαση τους περιμένει! Γιατί έτριξαν τα δόντια τους κι έχυσαν αθώο αίμα, το αίμα των παιδιών τους και των θυγατέρων τους.

Αλλά σε ποιαν οργή θα παραδώσω τους μισθωτούς, που δεν ήταν γνήσιοι ποιμένες; Που ρήμαξαν τον αμπελώνα μου και σκόρπισαν τα πρόβατά μου; Που ποίμαιναν χρυσάφι κι ασήμι – όχι ψυχές – και ζήτησαν την ιεροσύνη από συμφέρον; Πόση θα είναι η τιμωρία τους; Πόσος ο οδυρμός; Θα ξεχύσω πάνω τους όλο το θυμό και την οργή μου και θα τους συντρίψω. Πρόβατα και βόδια φθαρτά φρόντισαν ν’ αποκτήσουν, μα τα δικά μου λογικά πρόβατα δεν τα νοιάσθηκαν. Θα τιμωρήσω με ράβδο τις ανομίες τους και με μαστίγιο τις αδικίες τους.

Αλλά και τους ιερείς που γελούν η φιλονικούν μέσα στις αγίες εκκλησίες μου, τι θα τους κάνω; Θα τους συμμορφώσω στο πυρ και στον τάρταρο.

Ήρθα κι έρχομαι. Όποιος έχει τη δύναμη ας με αντιμετωπίσει. Αλλά ουαί κι αλλοίμονο σ’ αυτόν που όντας αμαρτωλός θα πέσει στα χέρια μου! Γιατί καθένας θα εμφανισθεί ενώπιόν μου γυμνός και τετραχηλισμένος. Πού θα τολμήσει να φανερωθεί τότε η αναίδεια των αμαρτωλών; Πώς θ’ αντικρίσουν το πρόσωπό μου; Πού θα βάλουν τη ντροπή τους; Θα καταισχυνθούν μπροστά στις άχραντες Δυνάμεις μου.

Θα κατακρίνω όμως κι όσους μοναχούς αμέλησαν τα καθήκοντά τους και πρόδωσαν τις υποσχέσεις που έδωσαν ενώπιον Θεού, αγγέλων και ανθρώπων. Αλλά υποσχέθηκαν κι άλλα έπραξαν. Απ’ το ύψος των νεφελών θα τους γκρεμίσω στην άβυσσο. Δεν τους έφτανε η δική τους απώλεια, αλλά προξένησαν ολέθριο σκάνδαλο και σ’ άλλους. Ήταν καλύτερα γι’ αυτούς να μην απαρνηθούν τον κόσμο παρά που τον απαρνήθηκαν κι έζησαν αισχρά, ανακατεμένοι με την ασωτία. Εμοί εκδίκησις, εγώ ανταποδώσω σ’ όσους δεν θέλησαν να μετανοιώσουν. Εγώ θα τους κρίνω σαν δίκαιος Κριτής!...»

Τα λόγια αυτά που βροντοφώνησε ο Κύριος στον αρχιστράτηγο Μιχαήλ, γέμισαν δέος τις αναρίθμητες Δυνάμεις των αγγέλων.

Έπειτα πρόσταξε να του φέρουν τους Επτά Αιώνες της συστάσεως του κόσμου. Ο Μιχαήλ ανέλαβε την εκτέλεση κι αυτής της προσταγής. Γι’ αυτό πήγε αμέσως στο οίκο της διαθήκης και τους έφερε. Ήταν σαν μεγάλα βιβλία και τα τοποθέτησε μπροστά στον Κριτή. Έπειτα στάθηκε παράμερα παρατηρώντας με ευλάβεια πως ξεφυλλίζει ο Κύριος την ιστορία των αιώνων.

Πήρε Εκείνος τον πρώτο Αιώνα, τον άνοιξε και διάβασε:

«Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, ένας Θεός σε τρία πρόσωπα. Από τον Πατέρα γεννήθηκε ο Υιός και δημιουργός των αιώνων. Διότι με τον Λόγο του Πατρός, τον Υιό, έγιναν οι Αιώνες, δημιουργήθηκαν οι ασώματες Δυνάμεις και στερεώθηκαν οι ουρανοί, η γη, τα καταχθόνια, η θάλασσα, οι ποταμοί και πάντα τα εν αυτοίς.»

Έπειτα διάβασε λίγο παρακάτω:

«Εικόνα του αόρατου Θεού είναι ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, με τη γυναίκα του, την Εύα. Στον Αδάμ δόθηκε μια εντολή από τον παντοκράτορα Θεό και δημιουργό όλων των ορατών και αοράτων. Είναι ένας νόμος που πρέπει να τηρηθεί με κάθε ασφάλεια και ακρίβεια, ώστε να θυμάται τον δημιουργό του, και να μην ξεχνάει ότι υπάρχει Θεός από πάνω του».

Πάλι προχώρησε λίγο:

«Παράβαση στην οποία υπέπεσε η εικόνα του Θεού από απάτη η μάλλον από απροσεξία και αμέλεια. Αμάρτησε ο άνθρωπος και διώχθηκε απ’ τον παράδεισο με δίκαιη κρίση και απόφαση του Θεού. Δεν μπορεί να βρίσκεται μέσα σε τόσα αγαθά ο αχρείος παραβάτης!».

Πιο κάτω διάβασε:

«Ο Κάιν ρίχθηκε στον Άβελ και τον σκότωσε, κατά την βουλή του διαβόλου. Οφείλει να καεί στη φωτιά της γεέννας, γιατί έμεινε αμετανόητος. Ενώ ο Άβελ θα ζήσει αιώνια».

Κατά τον ίδιο τρόπο ξεφύλλισε τα έξι βιβλία των Αιώνων. Πήρε τέλος το έβδομο και διάβασε:

«Η αρχή του εβδόμου Αιώνα σημαίνει το τέλος των αιώνων. Αρχίζει να γενικεύεται η κακία, η πονηρία κι η ασπλαχνία. Οι άνθρωποι του έβδομου Αιώνα είναι πονηροί, φθονεροί, ψεύτες, με υποκριτικήν αγάπη, φίλαρχοι, υποδουλωμένοι στις σοδομίτικες αμαρτίες».

Προχώρησε λίγο, κάτι διάβασε κι έστρεψε αμέσως θλιμμένο το βλέμμα του ψηλά, στήριξε το ένα χέρι στο γόνατο, με το άλλο σκέπασε το πρόσωπο και τα μάτια κι έμεινε συλλογισμένος σ’ αυτή τη στάση ώρα πολλή. Σε λίγο ψιθύρισε:

«Αλήθεια τούτος ο έβδομος Αιώνας ξεπέρασε στην αδικία και την πονηρία όλους τους προηγούμενους».

Διάβασε παρακάτω:

«Οι Έλληνες και τα είδωλά τους γκρεμίσθηκαν με το ξύλο, την λόγχη και τα καρφιά που έμπηξαν οι σταυρωτές στο ζωηφόρο Σώμα μου».

Σώπασε μερικές στιγμές και πάλι έσκυψε στο βιβλίο.

«Δώδεκα άρχοντες του Μεγάλου Βασιλέως, λευκοί σαν το φως, συντάραξαν τη θάλασσα, στόμωσαν θηρία, έπνιξαν τους νοητούς δράκοντες, φώτισαν τυφλούς, χόρτασαν πεινασμένους και φτώχεψαν πλουσίους. Ψάρεψαν πολλές νεκρωμένες ψυχές ξαναδίνοντάς τους ζωή. Μεγάλος ο μισθός τους!...».

κι έπειτα από λίγο:

«Εγώ ο Αγαπητός διάλεξα και μάρτυρες αθλοφόρους για χάρη μου. Η φιλία τους έφτασε ως τον ουρανό και η αγάπη τους ως τον θρόνο μου! Ο πόθος τους ως την καρδιά μου και η λατρεία τους με φλογίζει δυνατά. Η δόξα και το κράτος μου είναι μαζί τους!...».

Αφού γύρισε αρκετά φύλλα, ψιθύρισε μ’ ένα χαμόγελο ικανοποιήσεως:

«Ω πανέμορφη και πολύτιμη Νύμφη! Πόσοι αισχροί πάσχισαν να σε μολύνουν! Μα δεν πρόδωσες Εμένα το Νυμφίο σου!... Αμέτρητες αιρέσεις σε απείλησαν, αλλά η πέτρα που πάνω της είσαι θεμελιωμένη δεν σαλεύθηκε, γιατί πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής».

Πιο κάτω ήταν γραμμένες όλες οι αμαρτίες των ανθρώπων, όσες βρήκε ο θάνατος να μην έχουν ξεπλυθεί στη μετάνοια.

Κι ήταν τόσες πολλές, σαν την άμμο της θάλασσας!... Τις διάβασε ο Κύριος δυσαρεστημένος και κουνούσε το κεφάλι του αναστενάζοντας.

Το αμέτρητο πλήθος των αγγέλων στεκόταν περίτρομο από το φόβο της δίκαιης οργής του Κριτού.

Όταν ο Κύριος έφτασε στη μέση του Αιώνα αυτού, παρατήρησε:

«Τούτο το έσχατο βιβλίο είναι γεμάτο από τη δυσωδία των αμαρτιών, από τ’ ανθρώπινα έργα, που είναι όλα ψεύτικα και βρωμερά: Φθόνοι, φόνοι, ψεύδη, έχθρες, μνησικακίες. Φθάνει πια! Θα το σταματήσω στη μέση. Να πάψει η κυριαρχία της αμαρτίας.

Και λέγοντας αυτά τα οργισμένα λόγια ο Κύριος έδωσε στον αρχιστράτηγο Μιχαήλ το σύνθημα για την Κρίση. Αυτοστιγμεί εκείνος με το τάγμα του πήραν τον υπέρλαμπρο και απερίγραπτο θρόνο κι έφυγαν. Ήταν το τάγμα τόσο πολυπληθές, ώστε η γη δεν το χωρούσε. Φεύγοντας βροντοφωνούσαν:

«Άγιος, άγιος, άγιος, φοβερός και μέγας, υψηλός, θαυμαστός και δεδοξασμένος ο Κύριος στους αιώνες των αιώνων.»

Έπειτα αποχώρησε ο Γαβριήλ με το τάγμα του ψάλλοντας:

«Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της δόξης αυτού»!

Και απ’ αυτούς τους φοβερούς όρκους συγκλονίζονταν ο ουρανός και η γη. Ακολούθησε ο τρίτος μέγας αρχιστράτηγος, ο Ραφαήλ, με το τάγμα του αναπέμποντας τον ύμνο:

«Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.»

Τέλος ξεκίνησε και η τέταρτη παράταξη. Ο άρχοντάς της ήταν λευκός και λαμπερός σαν το χιόνι, με όψη γλυκειά. Φεύγοντας άρχισε κι αυτός να ψάλλει δυνατά:

«Θεός θεών Κύριος ελάλησε και εκάλεσε την γην από ανατολών ηλίου μέχρι δυσμών. Εκ Σιών η ευπρέπεια τη ωραιότητος αυτού. Ο Θεός εμφανώς ήξει, ο Θεός ημών και ου παρασιωπήσεται. Πυρ ενώπιον αυτού προπορεύσεται και κύκλω αυτού καταιγίς σφόδρα.»

Και συνέχεια τον υπόλοιπο ψαλμό. Ενώ οι αξιωματούχοι του αποκρίνονταν:

«Ανάστα ο Θεός κρίνων την γην ότι συ κατακληρονομήσεις εν πάσι τοις έθνεσι.»

Ο αρχηγός αυτού του τάγματος ονομαζόταν Ουριήλ.

Σε λίγο έφεραν ενώπιον του Κυρίου τον δοξασμένο Σταυρό του, που έλαμπε σαν φοβερή αστραπή και σκόρπιζε άρρητη ευωδία. Τον συνόδευαν με εξαιρετικές τιμές δύο τάγματα Εξουσιών και Δυνάμεων. Το θέαμα ήταν συγκλονιστικά μεγαλόπρεπο. Οι πολυάριθμες δυνάμεις έψαλαν αρμονικά.

Άλλοι έλεγαν με μεγάλο δέος:

«Υψώσω σε ο Θεός μου ο Βασιλεύς μου και ευλογήσω ο όνομά σου εις τον αιώνα».

Άλλοι έλεγαν:

«Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών και προσκυνείτε τω υποποδίω των ποδών αυτού, ότι άγιος εστί. Αλληλούια, αλληλούια, αλληλούια!».

Έπειτα δόθηκε θεία διαταγή να έρθει πάλι ο κραταιός άρχοντας Μιχαήλ για να παρουσιαστεί δίπλα στον θρόνο του Κυρίου. Εκείνη τη στιγμή παρουσιάσθηκε ένας άγγελος που κρατούσε μία βροντερή σάλπιγγα. Την πήρε ο Κριτής στα χέρια του, σάλπισε τρεις φορές κι είπε τρεις λόγους. Μετά την παρέδωσε στον Μιχαήλ:

«Σε προστάζω να πάρεις το θείο σου τάγμα και να σκορπισθήτε σ’ όλο τον κόσμο, για να μεταφέρετε πάνω σε νεφέλες τους αγίους, απ’ την ανατολή και τη δύση, τον βορρά και τον νότο. Θα τους συγκεντρώσεις όλους για να υποδεχθούν την παρουσία μου, μόλις ηχήσει η σάλπιγγα».

Ύστερα απ’ όλα αυτά έρριξε ένα βλέμμα στη γη ο δίκαιος Κριτής και είδε… Ομίχλη και σκοτεινά, θρήνος και ουαί και κοπετός πολύς. Φοβερή η τυραννία του σατανά! Μανίαζε και φρίαττε ο δράκοντας, κατέστρεψε τα πάντα συντρίβοντάς τα σαν χορτάρι, γιατί έβλεπε τους αγγέλους του Θεού να του ετοιμάζουν το αιώνιο πυρ.

Μόλις τα είδε ολ’ αυτά ο Κύριος, κάλεσε ένα πύρινο άγγελο με αυστηρή και φοβερή όψη, χωρίς λύπηση – ήταν αρχηγός των αγγέλων που επιβλέπουν το πυρ της κολάσεως – και του είπε:

«Πάρε μαζί σου τη ράβδο μου που δένει και συντρίβει. Πάρε κι αμέτρητους αγγέλους απ’ το τάγμα σου, τους πιο φοβερούς, που τάχθηκαν τιμωροί των κολασμένων. Θα πάτε στη νοητή θάλασσα, για να βρείτε τα ίχνη του ζοφερού άρχοντα. Άρπαξέ τον με ισχύ και κραταιότητα και χτύπα τον αλύπητα με τη ράβδο μου ώσπου να παραδώσει το τάγμα των πονηρών πνευμάτων. Κι αφού τους δέσεις όλους γερά με την ισχύ της ράβδου, κατά τη διαταγή μου, θα του ρίξεις στις πιο άσπλαχνες και άγριες κολάσεις!...

Και τότε πια, όταν όλα ήταν έτοιμα, έγινε νεύμα στον αρχάγγελο που κρατούσε τη σάλπιγγα να σαλπίσει ηχηρά. Αμέσως απλώθηκε απότομα νεκρική σιγή, σαν να ηρέμησαν τα σύμπαντα.

Με το πρώτο σάλπισμα συναρμολογήθηκαν όλα τα σώματα των νεκρών.

Με το δεύτερο, Πνεύμα Κυρίου επανέφερε τις ψυχές μέσα στα νεκρά σώματα.

Δέος και φρίκη κατέλαβε τα σύμπαντα.

Τα ουράνια και τα επίγεια έτρεμαν.

Και τότε αντήχησε το τρίτο και φοβερότερο σάλπισμα, που συγκλόνισε όλο τον κόσμο. Οι νεκροί αναστήθηκαν από τα μνήματα εν ριπή οφθαλμού. Φοβερό θέαμα! Ξεπερνούσαν σε αριθμό και την άμμο της θάλασσας. Συγχρόνως σαν πυκνή βροχή κατέβαιναν απ’ τα ουράνια προς τον θρόνο της ετοιμασίας τ’ αγγελικά τάγματα βροντοφωνώντας:

«Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη φόβου και τρόμου».

Στεκόταν όλος ο λαός και το αναρίθμητο σύνταγμα των αγγέλων περιμένοντας. Έτρεμαν και φρικιούσαν μπροστά στη φοβερή θεία εξουσία που κατέβαινε στη γη. Ενώ όμως όλοι κοίταζαν ψηλά, ξαφνικά άρχισαν να γίνονται σεισμοί, βροντές και αστραπές στην κοιλάδα της Δίκης και στον αιθέρα, ώστε κατατρόμαξαν όλοι. Τότε αποσύρθηκε σαν βιβλίο το στερέωμα του ουρανού και φάνηκε ο Τίμιος Σταυρός να λάμπει σαν το ήλιο και να σκορπίζει θείες μαρμαρυγές. Τον κρατούσαν οι άγγελοι μπροστά από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και Κριτή της οικουμένης, που ερχόταν.

Σε λίγο ακούγεται ένας ύμνος, ένα τραγούδι πρωτάκουστο: «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου. Θεός Κύριος, κριτής εξουσιαστής, άρχων ειρήνης».

Μόλις τελείωσε η βροντερή τούτη δοξολογία, εμφανίζεται ο Κριτής επί των νεφελών, καθισμένος σε θρόνο πύρινο. Με την πολλή του καθάρια λαμπρότητα πυρπολούσε τον ουρανό και την γη.

Έξαφνα, μεσ’ απ’ το πλήθος των αναστημένων νεκρών άρχισαν μερικοί ν’ αστράφτουν σαν ήλιοι! Αμέσως αρπάζοταν από τις νεφέλες στον αέρα για να συναντήσουν τον Κύριό τους. Οι περισσότεροι όμως απόμειναν κάτω. Κανείς δεν τους πήρε στον ουρανό!... θρηνούσαν πικρά που δεν αξιώθηκαν ν’ αρπαχθούν κι αυτοί από τις νεφέλες κι ήταν φαρμάκι η λύπη και η οδύνη στις ψυχές τους. Έπεσαν όλοι γονατιστοί μπροστά στον Κριτή και πάλι σηκώθηκαν.

Είχε πια καθήσει στον θρόνο «θρόνος της ετοιμασίας» ο φοβερός Κριτής και μαζεύτηκαν γύρω του όλες οι δυνάμεις των ουρανών με φόβο και τρόμο. Όσοι είχαν αρπαχθεί απ’ τα σύννεφα προς απάντησή του, τοποθετήθηκαν στα δεξιά του. Οι υπόλοιποι οδηγήθηκαν στ’ αριστερά του Κριτού. Ήταν Ιουδαίοι, άρχοντες, αρχιερείς, ιερείς, βασιλείς και πολύ πλήθος μοναχών και λαϊκών. Στέκονταν καταντροπιασμένοι, ελεεινολογώντας τον εαυτό τους και θρηνώντας την απώλειά τους. Τα πρόσωπά τους ήταν εξαθλιωμένα και αναστέναζαν βαθιά συντριμμένοι.

Σ’ όλους είχε απλωθεί νεκρικό πένθος. Και πουθενά δεν φαινόταν καμμιά παρηγοριά.

Όσοι όμως στέκοταν στα δεξιά του Κριτού ήταν όλοι φαιδροί, φωτεινοί σαν ήλιοι, σεμνοί, δοξασμένοι, λευκοί σαν το φως, πυρπολημένοι, λες, από μία θεόφωτη αστραπή. Έμοιαζαν – αν δεν είναι τολμηρό να το πει κανείς – σαν τον Κύριο και Θεό τους.

Παρευθύς έρριξε το βλέμμα του και απ’ τη μία και απ’ την άλλη μεριά ο φοβερός Κριτής. Στα δεξιά κοίταξε ευχαριστημένος και χαμογέλασε. Όταν όμως γύρισε στ’ αριστερά του, ταράχθηκε, οργίσθηκε πολύ και απέστρεψε αμέσως το πρόσωπό του.

Τότε με δυνατή και επίσημη φωνή λέει στους «εκ δεξιών» του:

«Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου. Επείνασα γαρ, και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και συνηγάγετέ με, γυμνός και περιεβάλετέ με, ησθένησα, και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με.»

Παραξενεύτηκαν εκείνοι και ρώτησαν!

«Κύριε πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν, ή διψώντα και εποτίσαμεν; Πότε δε σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν, ή γυμνόν και περιεβάλομεν; Πότε δε σε είδομεν ασθενή ή εν φυλακή και ήλθομεν προς σε;

Αμήν λέγω υμίν, εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε.»

Στρέφεται τότε προς τους «εξ ευωνύμων» και τους λέει με δριμύτητα:

«Πορεύεσθαι απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού. Επείνασα γαρ, και ουκ εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα και ουκ εποτίσατε με, ξένος ήμην και ου συνηγάγετέ με, γυμνός και ου περιεβάλετέ με, ασθενής και εν φυλακή και ουκ επεσκέψασθέ με.»

«Κύριε», τον ρώτησαν κι αυτοί απορημένοι, «πότε σε είδομεν και εν φυλακή και ου διηκονήσαμέν σοι;

«Αμήν λέγω υμίν», τους απάντησε ο Κύριος, «εφ’ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε. Χαθείτε απ’ τα μάτια μου, καταραμένοι της γης! Στον τάρταρο, στον βρυγμό των οδόντων! Εκεί θα 'ναι ο θρήνος και ο οδυρμός, ο ατελείωτος.

Μόλις έβγαλε αυτή την απόφαση ο Κριτής, αμέσως ξεχύθηκε απ’ την ανατολή ένας τεράστιος πύρινος ποταμός, που κυλούσε ορμητικά προς την δύση. Ήταν πλατύς σαν μεγάλη θάλασσα. Οι αμαρτωλοί απ’ τ’ αριστερά βλέποντάς τον κατατρόμαξαν κι άρχισαν να τρέμουν φρικτά απ’ την απελπισία τους. Μα ο αδέκαστος Κριτής πρόσταξε να περάσουν όλοι – δίκαιοι και άδικοι – μέσ’ απ’ τον φλεγόμενο ποταμό, για να τους δοκιμάσει το πυρ.

Άρχισαν πρώτα οι «εκ δεξιών», που πέρασαν όλοι και βγήκαν λαμπεροί σαν ατόφιο χρυσάφι. Τα έργα τους δεν κάηκαν, αλλ’ αποδείχθηκαν πιο φωτεινά και διαυγή με τη δοκιμασία. Γι’ αυτό γέμισαν αγαλλίαση.

Έπειτα απ’ αυτούς ήρθαν και οι «εξ ευωνύμων» να περάσουν μέσ’ απ’ τη φωτιά, για να δοκιμασθούν τα έργα τους. Αλλά, επειδή ήταν αμαρτωλοί, η φλόγα άρχισε να τους καίει και τους κράτησε μέσα στη μέση του ποταμού. Και τα μεν έργα τους κατακάηκαν σαν άχυρα, ενώ τα σώματά τους έμειναν σώα να φλέγονται επί χρόνια και αιώνες ατέλειωτους μαζί με τον διάβολο και τους δαίμονες. Κανένας δεν κατόρθωσε να βγει από κείνο το πύρινο ποτάμι! Όλους τους αιχμαλώτισε η φωτιά, γιατί ήταν άξιοι καταδίκης και τιμωρίας.

Αφού παραδόθηκαν στην κόλαση οι αμαρτωλοί, σηκώθηκε απ’ το θρόνο του ο φοβερός Κριτής και ξεκίνησε για το θεϊκό ανάκτορο μ’ όλους τους αγίους του. Τον περικύκλωναν, πάντα με πολύ φόβο και τρόμο, όλες οι ουράνιες δυνάμεις ψάλλοντας:

«Άρατε πύλας οι άρχοντες ημών και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσεται ο Βασιλεύς της δόξης, ο Κύριος και Θεός των θεών μαζί μ’ όλους τους αγίους του, που θ’ απολαύσουν αιώνια κληρονομιά».

Άλλο τάγμα απαντούσε και έλεγε:

«Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου μ’ όσους αξίωσε η χάρη του να ονομασθούν υιοί Θεού, Θεός Κύριος, μαζί με τους υιούς της Νέας Σιών, και επέφανεν ημίν».
και οι αρχάγγελοι, που προπορεύονταν απ’ τον Κύριο, τον δοξολογούσαν ψάλλοντας ένα ουράνιο μέλος αντιφωνικά:

«Δεύτε αγαλλιασώμεθα τω Κυρίω, αλαλάξωμεν τω Θεώ τω Σωτήρι ημών. Προφθάσωμεν το πρόσωπον αυτού εν εξομολογήσει και εν ψαλμοίς αλαλάξωμεν αυτώ».

Ενώ άλλο τάγμα αντιφωνούσε μελωδικά:

«Ότι Θεός μέγας Κύριος και Βασιλεύς μέγας επί πάσαν την γην. Ότι εν τη χειρί αυτού τα πέρατα της γης και τα ύψη των ορέων αυτού εισίν!»

Αυτά και άλλα πολλά παναρμόνια μέλη έψαλλαν οι άγιοι άγγελοι, ώστε να ευφραίνονται απερίγραπτα όσοι τ’ άκουγαν. Έτσι ψάλλοντας μπήκαν οι άγιοι με τον Κύριο Ιησού Χριστό στον επουράνιο θάλαμο του θεϊκού παλατίου με καρδιές που σκιρτούσαν από χαρά. Και αμέσως κλείσθηκαν οι πύλες του νυμφώνα.

Τότε κάλεσε ο ουράνιος Βασιλεύς τους κορυφαίους αγγέλους. Πρώτοι παρουσιάσθηκαν ο Μιχαήλ, ο Γαβριήλ, ο Ραφαήλ, ο Ουριήλ και οι άρχοντες των ταγμάτων.

Ακολούθησαν οι δώδεκα φωστήρες του κόσμου, οι απόστολοι. Τους έδωσε ο Κύριος δόξα αστραφτερή και δώδεκα πυρίμορφους θρόνους για να καθίσουν κοντά στον διδάσκαλό τους Χριστό με μεγαλειώδεις τιμές. Η όψη τους ακτινοβολούσε ένα απερίγραπτο αιώνιο φως και τα ενδύματά τους ήταν λαμπερά και διάφανα σαν το κεχριμπάρι. Ακόμη κι οι άρχοντες των αγγέλων τους θαύμαζαν. Τέλος τους έδωσε και δώδεκα υπέροχα κριστάλλινα στεφάνια διακοσμημένα με πολύτιμους λίθους, που έλαμπαν εκτυφλωτικά, καθώς τα κρατούσαν πάνω από τα κεφάλια τους ένδοξοι άγγελοι.

Έπειτα οδηγήθηκαν ενώπιον του Κυρίου οι εβδομήκοντα απόστολοι. Έλαβαν κι αυτοί όμοιες τιμές και δόξες, μόνο που τα στεφάνια των δώδεκα ήταν πιο θαυμαστά.

Και τώρα ήρθε η σειρά των μαρτύρων. Αυτοί πήραν τη θέση και τη δόξα της μεγάλης αγγελικής στρατιάς, που γκρεμίσθηκε απ’ τον ουρανό μαζί με τον Εωσφόρο. Έγιναν δηλαδή οι μάρτυρες άγγελοι και άρχοντες των ουρανίων ταγμάτων. Τους έφεραν αμέσως πλήθος στεφάνια και τα τοποθέτησαν στα αγιασμένα κεφάλια τους. Όσο λάμπει ο ήλιος, τόσο έλαμπαν κι αυτά. Έτσι οι άγιοι μάρτυρες θεώμενοι ευφραίνονταν και αγάλλονταν ανέκφραστα.

Μετά μπήκε ο θείος χορός των ιεραρχών, ιερέων, διακόνων και λοιπών κληρικών. Στεφανώθηκαν κι αυτοί μ’ αιώνια κι αμαράντινα στεφάνια, ανάλογα με τον ζήλο, την υπομονή και την ποιμαντική τους δράση. Στεφάνι από στεφάνι ήταν διαφορετικό κατά τη δόξα, όπως αστέρι από αστέρι. Έτσι πολλοί ιερείς και διάκονοι ήταν ενδοξότεροι και λαμπρότεροι από πολλούς αρχιερείς.

Τους έδωσαν ακόμη και από ένα ναό, για να προσφέρουν στο νοερό θυσιαστήριο αγία θυσία και τέλεια, ευάρεστη στο Θεό.

Έπειτα μπήκε ο όσιος χορός των μοναχών. Η όψη τους ξέχυνε μυστικήν ευωδία και σαν ήλιοι σκόρπιζαν θείες μαρμαρυγές. Ο Κύριος τους στόλισε με έξι φτερούγες και έγιναν με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος σαν τα φρικτά Χερουβίμ και Σεραφίμ. Άρχισαν τότε να βροντοφωνούν.

«Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της δόξης αυτού. Ήταν η δόξα τους μεγάλη, αφάνταστη και το στεφάνι τους ποικιλοστόλιστο και λαμπερό. Ανάλογα με του αγώνες και τους ιδρώτες τους απολάμβαναν και τις τιμές.

Ακολούθησε ο χορός των προφητών. Τους δώρησε ο Βασιλεύς το άσμα των ασμάτων, το ψαλτήρι του Δαβίδ, τύμπανα και χορούς, άυλο φως αστραφτερό, άφραστη αγαλλίαση και τη δοξολογία του Αγίου Πνεύματος.

Τότε τους ζήτησε ο Δεσπότης του θεϊκού νυμφώνα να ψάλλουν κάτι. Και έψαλλαν ένα τόσο μελωδικό ύμνο, ώστε σκίρτησαν όλοι από ευφροσύνη.

Αφού έλαβαν αυτά τα δώρα οι άγιοι απ’ τα άχραντα χέρια του Σωτήρος, περίμεναν ακόμη εκείνα, α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη.

Τότε μπήκε όλος ο χορός των ανθρώπων, που σώθηκαν μέσα στον κόσμο: Φτωχοί και άρχοντες, βασιλείς και ιδιώτες, δούλοι και ελεύθεροι. Στάθηκαν όλοι ενώπιον του Κυρίου κι εκείνος ξεχώρισε απ’ ανάμεσά τους τους ελεήμονες και τους αγνούς και τους έδωσε την τρυφή του παραδείσου της Εδέμ, παλάτια ουράνια και φωτεινά, στεφάνια πολυτελή, αγιασμό και αγαλλίαση, θρόνους και σκήπτρα και αγγέλους να τους υπηρετούν.

Μετά ήρθαν όσοι έγιναν δια την αγάπη του Χριστού «πτωχοί τω πνεύματι». Τώρα υψώθηκαν πάρα πολύ. Τους δόθηκε απ’ το χέρι του Κυρίου στεφάνι περίλαμπρο και κληρονόμησαν τη βασιλεία των ουρανών.

Έπειτα «οι πενθούντες» τις αμαρτίες τους, που έλαβαν τη μεγάλη παρηγοριά της Αγίας Τριάδος.

Έπειτα «οι πραείς» και άκακοι, που κληρονόμησαν την ουράνια γη, όπου αποστάζει γλυκασμό και ευωδία το Πνεύμα του Θεού. Και αυτοί δοκίμασαν ανέκφραστη τέρψη και ηδονή βλέποντας να τους χαρίζεται η μακάρια γη. Τα στεφάνια τους ροδόμορφα σκόρπιζαν μαρμαρυγές.

Ακολούθησαν «οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην». Τους δόθηκε ο μισθός της δικαιοσύνης, για να χορτάσουν. Και η αγαθή τους πρόθεση ευφράνθηκε βλέποντας τον Βασιλέα Χριστό να υψώνεται και να υπερδοξάζεται απ’ τους αγίους αγγέλους.

Έπειτα «οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης». Τους χαρίσθηκε θεία δοξολογία και πολυθαύμαστη ζωή.

Στήθηκε μάλιστα για χάρη τους και άφραστος θρόνος για να καθίσουν στη βασιλεία των ουρανών. Τα στεφάνια τους ήταν από θείο κι άυλο χρυσάφι που τόσο έλαμπε, ώστε απ’ την δόξα τους να χαίρονται οι χοροί των αγγέλων.

Μετά μπήκε ο χορός «των ονειδισθέντων» για τον Χριστό, τον μεγάλο Θεό και σωτήρα των ψυχών μας.

Τους ανέβασαν σε θρόνους χρυσοποίκιλτους και απολάμβαναν τον έπαινο του Θεού.

Μετά απ’ αυτούς μπήκε πολύ πλήθος ειδωλολατρών, που δεν γνώρισαν τον νόμο του Χριστού, αλλά εκ φύσεως τον τήρησαν υπακούοντας στη συνείδησή τους. Πολλοί σαν ήλιοι απ’ την αγνότητα και την καθαρότητά τους. Και ο Κύριος τους χάρισε τον παράδεισο και φαιδρά στεφάνια πλεγμένα με ρόδα και κρίνα. Επειδή όμως είχαν στερηθεί το άγιο βάπτισμα, ήταν τυφλοί. Δεν έβλεπαν καθόλου τη δόξα του Θεού. Γιατί το άγιο βάπτισμα είναι φως και μάτι της ψυχής. Γι’ αυτό όποιος δεν το λάβει κι αν άπειρα καλά εργασθεί, κληρονομεί βέβαια την παραδείσιαν άνεση και κάτι δοκιμάζει από την ευωδία και τη γλυκύτητα της αλλά δεν βλέπει τίποτε.

Έπειτα και από αυτούς βλέπει ο δίκαιος Νήφων ένα τάγμα αγίων που ήταν τα παιδιά των χριστιανών. Όλοι τους έμοιαζαν να είναι περίπου τριάντα ετών. Τους κοίταξε με βλέμμα ιλαρό ο Νυμφίος και είπε:

«Ο μεν χιτώνας του βαπτίσματός σαν άσπιλος, έργα όμως πουθενά! Τι να σας κάνω λοιπόν εσάς;»

Τότε με θάρρος του απάντησαν κι αυτοί:

«Κύριε, μας στέρησες τα επίγεια αγαθά σου, τουλάχιστον μη μας στερήσεις τα επουράνια».

Χαμογέλασε ο Νυμφίος και τους χάρισε τα ουράνια αγαθά. Πήραν και τα στεφάνια της αγνότητος, της ακακίας και όλες οι άυλες στρατιές τους θαύμαζαν.

Ήταν θαύμα ν’ ακούει κανείς τους αγίους αγγέλους που, κατευχαριστημένοι καθώς έβλεπαν τα τάγματα όλων των αγίων, τραγουδούσαν άσματα γλυκά.

Ύστερα απ’ όλα αυτά βλέπει ο Νήφων να έρχεται μπροστά στον Νυμφίο μια θεόφωτη Νύμφη. Γύρω της σκόρπιζε ουράνιες ευωδίες και θεϊκά μύρα. Στο πανέμορφο κεφάλι της φορούσε ασύγκριτο βασιλικό στέμμα, που ακτινοβολούσε. Οι άγγελοι την ατένιζαν κατάπληκτοι κι οι άγιοι θαμπωμένοι. Η χάρη του Αγίου Πνεύματος συγκρατούσε πάνω στην άχραντη κορυφή το ουράνιο εκείνο διάδημα.

Μπαίνοντας στον θείο νυμφώνα την ακολουθούσε αναρίθμητο πλήθος παρθένων που υμνούσαν με δοξολογίες και άσματα τα μεγαλεία του Θεού.

Όταν έφτασε κοντά στον Νυμφίο η μεγάλη βασίλισσα, προσκύνησε τρεις φορές μαζί με όλες τις αγίες παρθένες. Τότε ο «ωραίος κάλλει» την είδε και ευφράνθηκε. Έσκυψε το κεφάλι του και την τίμησε σαν άχραντη Μητέρα του. Εκείνη πλησίασε με πολλήν ευλάβεια και χάρη και ασπάσθηκε τα αθάνατα και ακοίμητα μάτια του, καθώς και σπλαχνικά του χέρια.

Μετά το θείο φίλημα ο Κύριος χάρισε στις παρθένες αστραφτερά φορέματα και πάμφωτα φορέματα και πάμφωτα στεφάνια. Κι έπειτα ήρθαν όλες οι νοερές δυνάμεις υμνώντας, μακαρίζοντας και δοξάζοντάς την.

Τότε σηκώθηκε απ’ τον θρόνο του ο Νυμφίος και έχοντας στα δεξιά τη Μητέρα του και στ’ αριστερά τον μέγιστο και πολυθαύμαστο προφήτη και Πρόδρομό του, βγήκε απ’ τον νυμφώνα και πήγε στον θεϊκό θάλαμο, όπου βρίσκονται τα αγαθά «α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη» ετοιμασμένα για όσους αγάπησαν τον Θεό. Ακολουθούσαν και όλοι οι άγιοι. Μόλις είδαν τ’ αγαθά, πλημμύρισαν από άφατη αγαλλίαση και άρχισαν να κυκλοφορούν πανηγυρίζοντας μέσα στον έκπαγλο θάλαμο.

Αλλ’ αυτά δεν μπόρεσε ο δούλος του Θεού Νήφων να μου περιγράψει, αν και πολλές φορές τον πίεσα, δεν μου είπε το παραμικρό.

«Δεν μπορώ παιδί μου», έλεγε αναστενάζοντας, «ν’ απεικονίσω με την γλώσσα μου ή να παρομοιάσω με οποιοδήποτε επίγειο πράγμα τα εκεί. Ήταν πέρα από κάθε σκέψη και φαντασία, πέρα απ’ όλα τα βλεπόμενα και μη βλεπόμενα.

Όταν λοιπόν μοίρασε ο Κύριος στους αγίους του όλα τα άφραστα και ανήκουστα αγαθά, πρόσταξε τα Χερουβίμ να κυκλώσουν τον αιώνιο θάλαμο. Πρόσταξε έπειτα τα Σεραφίμ να κυκλώσουν τα Χερουβίμ, οι Θρόνοι τα Σεραφίμ, οι Κυριότητες τους Θρόνους, οι Αρχές τις Κυριότητες, οι Εξουσίες τις Αρχές και τέλος οι Δυνάμεις των ουρανών τις Εξουσίες. Όπως το τείχος κυκλώνει μία πόλη έτσι τα ουράνια τάγματα κυκλώνουν το ένα το άλλο.

Δεξιά απ’ τον θάλαμο των αιώνων στάθηκε με κάθε μεγαλοπρέπεια ο Μιχαήλ με το τάγμα του. Αριστερά ο Γαβριήλ με το δικό του. Ο Ουριήλ εγκαταστάθηκε στα δυτικά και ο Ραφαήλ στα ανατολικά.

Ήταν οι τέσσερις αυτές παρατάξεις πολύ μεγάλες. Και μαζί με τα τάγματα των αχράντων δυνάμεων έζωναν τον θάλαμο του Θεού με πολλή λαμπρότητα.

Ολ’ αυτά έγιναν με το πρόσταγμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, του μεγάλου Θεού και Σωτήρος όλων των αγίων.

Στο τέλος όλων των μυστηρίων που είδε ο άγιος Νήφων, είδε και την πιο φοβερή αποκάλυψη: «Ο ίδιος ο Πατέρας του μονογενούς Υιού, ο Γεννήτωρ, το φως το απρόσιτο και ακατάληπτο, ανέτειλε ξαφνικά λάμποντας «συν τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι» πάνω από κείνο τον απέραντο θάλαμο, πάνω από τις άχραντες δυνάμεις, πάνω απ’ όλους τους κύκλους και τις παρατάξεις τους. Φώτιζε του καθαρότατο θάλαμο, όπως φωτίζει ο ήλιος τον κόσμο. Έτσι έλαμπε ο Πατέρας των οικτιρμών. Και όπως το σφουγγάρι ρουφάει και συγκρατεί το κρασί, έτσι κι’ οι άγιοι πλημμύριζαν απ’ το άρρητο τρισήλιο φως της θεότητας και βασίλευαν αδιάκοπα μαζί της στους αιώνες.

Από τότε πια δεν υπήρχε γι’ αυτούς ούτε νύχτα ούτε μέρα. Μόνο υπήρχε ο Θεός Πατέρας, Υιός και Πνεύμα – φως και τρυφή, ζωή και φέγγος, τέρψη και ηδονή.

Έπειτα έγινε βαθειά σιγή. Σε λίγο το πρώτο τάγμα, το θείο και φοβερό που κύκλωνε τον θάλαμο, δόθηκε σαν συνεχής και ατέλειωτη κληρονομιά. Ευφρόσυνο άσμα κι ανέκφραστη δοξολογία, ασύγκριτα και υπέρκαλλη ήταν η ηδονή τους. Οι καρδιές των αγίων σκιρτούσαν απ’ τη χαρά και την απόλαυση.

Απ’ το πρώτο τάγμα μεταδόθηκε ο υπέροχος δοξολογικός ύμνος στο δεύτερο τάγμα των Σεραφίμ. Άρχισαν τότε εκείνο να ψάλλει ύμνο περίτεχνο και ακατάληπτο. Σαν εφτάγλυκο μέλι ηχούσε η δοξολογία του στ’ αυτιά των αγίων που ευφραίνονταν απέραντα μ’ όλες τους τις αισθήσεις: «Τα μάτια τους έβλεπαν το απρόσιτο φως. Η όσφρησή τους οσφραινόταν την ευωδία της θεότητος. Τ’ αυτιά τους άκουγαν τον θείον ύμνο των αχράντων δυνάμεων. Το στόμα τους γευόταν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, καινούριο στη βασιλεία των ουρανών. Τα χέρια τους ψηλαφούσαν τα αιώνια αγαθά και τα πόδια τους χόρευαν στον θάλαμο. Έτσι λοιπόν μ’ όλες τους τις αισθήσεις χόρταιναν την άφατη αγαλλίαση.

Σε λίγο μεταδόθηκε ο θείος εκείνος ύμνος απ’ το δεύτερο τάγμα στο τρίτο και απ’ το δεύτερο τάγμα στο τρίτο και απ’ το τρίτο και απ’ το τέταρτο, ως το τελευταίο προκαλώντας με το γλυκύτερο απ’ το μέλι μέλος του, τέρψη και ηδονή στις καρδιές των αγίων. Και ήταν υπέροχο ότι δεν ψαλλόνταν ένας ύμνος συνεχώς από τα τάγματα αλλά υπήρχε απερίγραπτη ποικιλία και πρωτοτυπία στην ωδή που έψαλλαν.

Όταν οι εφτά κύκλοι των ταγμάτων ολοκλήρωσαν την καθαρή τους δοξολογία, τότε άρχισαν και τα τάγματα των αρχαγγέλων τον τρισάγιο ύμνο: Έψαλλε ο Μιχαήλ και αντιφωνούσε ο Γαβριήλ. Και πάλι υμνούσε ο Ραφαήλ και συμπλήρωνε ο Ουριήλ. Άκουγε κανείς πρωτάκουστες αρμονίες. Οι τέσσερις πύρινοι στύλοι, οι αρχάγγελοι, ξεχώριζαν και ήταν ο ύμνος τους φοβερός και βροντερός.

Παρακινούμενοι απ’ την άπειρη εκείνη τρυφή άρχισαν τότε και οι άγιοι Πάντες μεσ’ απ’ τον ουράνιο θάλαμο να ψάλουν τα μεγαλεία του Θεού.

Έτσι μέσα αντηχούσε ύμνος, ύμνος κι έξω, ύμνος και παντού. Άσματα πανίερα. Που φλόγιζαν τις αγίες καρδιές με μακάρια ηδονή στους ατελεύτητους αιώνες.

Όταν τα είχε δει πια όλα αυτά ο τρισμακάριος Νήφων και ενώ βρισκόταν σε μεγάλη έκσταση και θεωρία, άκουσε τη φωνή του Θεού να του λέει:

«Νήφων, Νήφων, ωραία ήταν ο προφητική σου οπτασία. Όλ’ αυτά λοιπόν που είδες και άκουσες γράψε τα με κάθε λεπτομέρεια, γιατί έτσι και θα γίνουν. Τα φανέρωσα σε σένα, γιατί είσαι πιστός φίλος, αγαπητό μου παιδί και κληρονόμος της βασιλείας μου. Βεβαιώσου λοιπόν, τώρα που σε αξίωσα να γίνεις αυτόπτης των φρικτών μυστηρίων, για τη μεγάλη μου φιλανθρωπία προς όλους εκείνους που προσκυνούν με ταπείνωση τη βασιλεία και την εξουσία μου. Γιατί Εγώ ευφραίνομαι να επιβλέπω επί τον πράον και ησύχιον και τρέμοντά μου τους λόγους.»

Αφού του είπε αυτά ο Κύριος, τον απέλυσε από τη φοβερή και πολυθαύμαστη οπτασία, που επί δύο εβδομάδες τον είχε απορροφήσει.

Όταν πια ήρθε στον εαυτό του, καθόταν τρομοκρατημένος και θρηνούσε και οδυρόταν. Τα δάκρυά του έτρεχαν ποτάμι κι έλεγε:

«Αλλοίμονο σε μένα τον άσωτο! Τι περιμένει την άθλια ψυχή μου! Αλλοίμονο μου του ελεεινού! Σε ποια κατάσταση άραγε θα βρεθώ εκεί εγώ ο αμαρτωλός! Τι θ’ απολογηθώ προς τον Κριτή; Τι λόγο θα δώσω για τις αμαρτίες μου; Και που θα κρύψω το πλήθος των ανομιών μου; Αχ, ο βέβηλος και άθλιος!... Στεναγμό δεν έχω ούτε δάκρυα. Αλλά και μετάνοια δεν μου βρίσκεται. Ελεημοσύνη καθόλου! Προσευχή τίποτα! Αγάπη μηδέν! Η ακακία κι η πραότητα στέκουν πολύ μακριά μου! Αλλοίμονο! Τι να κάνω ο ελεεινός και ρυπωμένος; Από που ν’ αρπαχθώ για να σωθεί η ψυχή μου τη βύθισα στον βούρκο. Τον νου μου τον σκότισα, τη ζωή μου την επιβάρυνα με κραιπάλη και μέθη. Αχ! Ο αμαρτωλός δεν ξέρω τι να κάνω! Τα μάτια μου βλέπουν τα αίσχη. Το πρόσωπο μου είναι καταντροπιασμένο. Τ’ αυτιά μου ηδύνονται σε δαιμονικά τραγούδια. Η όσφρησή μου ζητάει ευωδίες. Το στόμα μου ρέπει στην πολυφαγία. Αλλοίμονο μου του ταλαίπωρου! Τα χέρια μου τέρπονται στην αμαρτία. Το σώμα μου ποθεί να κυλισθεί στον βόρβορο της ανηθικότητας και κυνηγάει τα μαλακά κρεβάτια και την καλοφαγία…

Ωχ, ο παράνομος και σκοτεινιασμένος και ρυπαρός! Που να πάω δεν ξέρω. Ποιος θα με γλυτώσει απ’ το σκότος το εξώτερο του φρικτού ταρτάρου; Ποιος θα μ’ απαλλάξει από τον βρυγμό των οδόντων; Αλλοίμονο, μου του σιχαμερού, του παράνομου! Καλύτερα να μην είχα γεννηθεί!... Αχ, τι δόξα πρόκειται να στερηθώ ο μαύρος! Τι τιμή, τι στεφάνια, πόση χαρά, πόση φαιδρότητα θα χάσω, επειδή υποδουλώθηκα στην αμαρτία! Ταλαίπωρη ψυχή! Που είναι λοιπόν η κατάνυξή σου; Που είναι οι αγώνες σου; Που είναι οι αρετές σου; Αλλοίμονό σου βέβηλη και θλιβερή! Που θα είναι η θέση σου την ημέρα εκείνη; Έπραξες κανένα καλό που ν’ αρέσει στον Θεό; Θα μπεις στο καμίνι. Πως όμως θ’ αντέξεις το ουαί και τον οδυρμό; Ω ρυπαρή ψυχή, που ποθούσες πάντα να κυλιέσαι στη σαπίλα, που αδιάκοπα υπηρετούσες το στομάχι!...

Άνομη και διεφθαρμένη, τι ντροπή θα δοκιμάσεις στο βλέμμα του Ιησού! Με ποια μάτια θ’ ατενίσεις το γλυκύτατό του πρόσωπο; Πες μου, πες μου! Τα είδες εκείνα τα θαυμάσια, που ο Κύριος θα πραγματοποιήσει κάποτε. Πες μου λοιπόν ψυχή, έχεις έργα αντάξια για κείνη τη δόξα; Πως θα εισέλθεις εκεί, αφού μίανες το θείο βάπτισμα; Αλλοίμονό σου τότε, μολυσμένη ψυχή μου! Σου μέλλει να κληρονομήσεις το αιώνιο πυρ, και που θα είναι τότε η αμαρτία και ο πατέρας της για να σε σώσουν;

Κύριέ μου, Κύριε,

σώσε με από τη φωτιά,

από τον βρυγμό των οδόντων,

κι από τον τάρταρο…»

Μ’ αυτά τα λόγια έλεγχε τον εαυτό του ο μακάριος προσευχόμενος. Τις κατοπινές μέρες τον έβλεπες να περπατάει σέρνοντας τα βήματά του με πικρούς στεναγμούς, θρήνους και δάκρυα. Αναλογιζόταν τα θαυμάσια που είδε, κι έκανε ό,τι μπορούσε για να τα κατακτήσει. Συχνά – όταν στοχαζόταν πιο βαθιά και πιο καθαρά το όραμά του – γινόταν εκτός εαυτού. Φλεγόταν απ’ την παρουσία του Αγίου Πνεύματος και αναφωνούσε:

«Ω τι χαρά, τι δόξα, τι λαμπρότητα περιμένει τους αγίους στους ουρανούς! Πόσο φοβάμαι μήπως στερηθώ!»

Αναστέναζε βαθιά και πρόσθετε:

«Κύριε, βοήθησε και σώσε τη σκοτισμένη ψυχή μου.

Πηγή: Βίος ενός ασκητή επισκόπου, του Αγίου Νήφωνος επισκόπου Κωνσταντιανής – 16η έκδοση Σταυροπηγιακής και Συνοδικής Ι. Μ. Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, εκδοτική παραγωγή ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ Α.Β.Ε.Ε.

ΠΗΓΈΣ: http://www.oodegr.com/   

Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος!...


Τσακιράκης Μιχαήλ
Θεολόγοι Κρήτης (φωτο από εδώ)

Τώρα είδαμε δια του Αγίου Πνεύματος που στάλθηκε στους μαθητές έως πού έφτασε ο Χριστός ο οποίος αναλήφθηκε στους ουρανούς και σε ποιο αξίωμα ανέβασε την ανθρώπινη φύση που ανέλαβε: ασφαλώς και βεβαιότατα ανέβηκε εκεί από όπου κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα το οποίο στάλθηκε από Εκείνον εξαποστελείς το Πνεύμα Σου και κτισθήσονται και ανακαινιείς το πρόσωπον της γης. Κι επομένως ο Χριστός όταν αναλήφθηκε ανέβηκε προς τον Ύψιστο Πατέρα από όπου και ήρθε το Άγιο Πνεύμα κι αναδείχθηκε κοινωνός ακόμα και κατά το ανθρώπινο συστατικό του αξιώματος του Πατρός αποστέλλοντας κι Αυτός πλέον το εξ ουρανού από τον Πατέρα ερχόμενο και στελλόμενο Άγιο Πνεύμα που είναι από τα αποστέλλοντα και συνευδοκούντα Εγώ ταις χερσί Μου εθεμελίωσα την γην και τον ουρανόν εξέτεινα και νυν Κύριος απέσταλκέ Με και το Πνεύμα Αυτού όπως λέει κι ο Κύριος Πνεύμα Κυρίου επ’ Εμέ ου ένεκεν έχρισέ Με ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέστελκέ Με.

Το Άγιο Πνεύμα λοιπόν δεν αποστέλλεται μόνο αλλά και αποστέλλει τον από τον Πατέρα αποστελλόμενο Υιό από τον οποίο δεικνύςται συμφυές και ομοδύναμο και συνεργό και ομότιμο με τον Πατέρα και Υιό: με την ευδοκία του Πατρός και τη συνέργεια του Αγίου Πνεύματος από άφατο πέλαγος φιλανθρωπίας ο μονογενής του Θεού κλίνας τους ουρανούς και καταβάς άνωθεν φανείς στη γη όπως κι εμείς και συναναστραφείς με μας έπραξε και δίδαξε μεγάλα και θαυμαστά υψηλά και πράγματι θεοπρεπή και σωτήρια για τους πειθαρχούντες σ’ Αυτόν!

Κι έπειτα αφού έπαθε εθελουσίως για τη σωτηρία μας και τάφηκε και αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς και κάθισε στα δεξιά του Πατρός κι από κει συνήργησε στην κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους μαθητές Του συναποστέλλοντας με τον Πατέρα τη θεία δύναμη από ψηλά όπως και συνυποσχέθηκε. Κι Αυτός κατά κάποιο τρόπο από εκεί ψηλά καθήμενος στα ύψη βοά σε μας λέγοντας όποιος θέλει να παραστεί σ’ αυτήν την δόξα και να γίνει μέτοχος της βασιλείας των ουρανών και να κληθεί Υιό του Θεού και να βρει ζωή αθάνατη και άρρητη και τρυφή άφθαρτη και πλούτο αδαπάνητο ας ακούει τα προστάγματά Μου και ας μιμείται όσο μπορεί την πολιτεία Μου όπως δηλαδή έζησα κι Εγώ επί της γης κι έπραξα και δίδαξα θέτοντας σωτήριους νόμους και προβάλλοντας τον Εαυτό Μου ως υπόδειγμα. Την ευαγγελική όντως διδασκαλία Του ο Χριστός ο Σωτήρας μας επιβεβαίωσε με έργα και θαύματα και τελείωσε με τα σωτήρια πάθη Του και παρέστησε το σωτηριώδες και μεγαλωφέλιμό της με την εκ νεκρών ανάσταση και την ανάληψη στους ουρανούς και την επέλευση που γίνεται τώρα από τους ουρανούς του Αγίου Πνεύματος προς τους μαθητές αυτήν που εορτάζουμε σήμερα γιατί μετά την εκ νεκρών ανάσταση και φανέρωση στους μαθητές Του έλεγε αναλαμβανόμενος: ιδού Εγώ αποστέλλω την επαγγελίαν του Πατρός Μου εφ’ υμάς υμείς δε καθίσασθε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ έως ού ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους γιατί λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς και έσεσθέ Μοι μάρτυρες και στην Ιερουσαλήμ και σε ολόκληρη την Ιουδαία και έως εσάτου της γης!

Όταν συμπληρώνονταν λοιπόν οι πενήντα μέρες από την ανάσταση κι ενώ όλοι οι μαθητές ήταν συνηγμένοι και ομόψυχοι στο υπερώο του ιερού αλλά και στο προσωπικό τους υπερώο –στο νου τους- ήσυχοι και αφιερωμένοι στη δέηση και προσευχή ξαφνικά ακούστηκε ήχος από τον ουρανό σαν από ορμή βίαίου ανέμου κα γέμισε τον οίκο όπου κάθονταν. Κύριος ανέβη εις ουρανούς και εβρόντησεν και ιδού φωνή αύρας -πνοής- λεπτής και εν αυτή ο Κύριος που μπορούμε να βρούμε και στο Ευαγγέλιο: την Πεντηκοστή στάθηκε ο Κύριος Ιησούς κι έκραξε λέγοντας: εάν κάποιος διψά ας έρθει σεΜένα και θα πιεί εννοώντας το Άγιο Πνεύμα που θα λάβουν όσοι πιστεύουν σ’ Αυτόν όπως και μετά την Ανάστασή Του εμφύσησε στους μαθητές Του κι είπε λάβετε Πνεύμα Άγιο προσημαίνοντας τούτον τον ήχο και κείνο το εμφύσημα αυτήν την πνοή που έρχεται άνωθεν δαψιλής ηχώντας εξ ουρανού δυνατά και βοερά προσκαλώντας όλη τη γη κι αντλώντας χάρη στους πιστούς και εμβάλλοντάς σ’ αυτούς…

Γιατί βιαία; Γιατί σε σχήμα γλωσσών; Γιατί σαν πυρίνων γλωσσών; Γιατί φάνηκαν να διαμερίζονται στους μαθητές; Γιατί κάθησε; Πώς είναι επαγγελία του Πατρός το Άγιο Πνεύμα; Ακούστε: βιαία γιατί νικά τα πάντα υπερβαίνει τα τείχη του πονηρού και τα οχυρά του και ταπεινώνει υπερηφάνους κι ανυψώνει ταπεινούς στην καρδιά. Γεμίζει τον οίκο ως πνευματική πια κολυμβήθρα εκπληρώνοντας το ευαγγελικό του Προδρόμου Ιωάννης εβάπτισεν εν ύδατι εσείς όμως βαπτισθήσεσθε εν Πνεύματι Αγίω όχι μετά πολλές μέρες. Όπως και το όνομα που τους έδωσε αλήθευσε: με την άνωθεν πράγματι Υιοί βροντής έγιναν οι Απόστολοι και τους φανερώθηκαν σαν πύρινες γλώσσες διαμεριζόμενες και κάθισε πάνω στον καθένα και πλήσθησαν Πνεύματος Αγίου μιλώντας άλλες γλώσσες όπως τους έλεγε το ΄Αγιο Πνεύμα. Τελειώθηκαν όσα με το δεσποτικό σώμα θαυματουργήθηκαν…για να εννοήσουμε κι εμείς την Αγία Τριάδα αρχίζουν να τελούνται και όσα φανερώνουν ότι το Άγιο Πνεύμα υπάρχει κατιδίαν υπόστασιν... όντως το ΄Αγιο Πνεύμα ενεργούσε και πριν και μιλούσε δα των προφητών και προμηνούσε τα μέλλοντα και ενεργούσε δια των μαθητών και εξεδίωκε δαιμόνια και ιάτο πάντας και τώρα φανερώθηκε σε όλους κατά την ιδία Του υπόσταση δια πυρίνων γλωσσών καθήμενο δεσποτικώς επί των μαθητών ενθρονισθέν και καθιστώντας τους όργανα της δικής Του δυνάμεως!

Η εν είδει γλωσσών εμφάνισή Του δείχνει τη συμφυία Του με το Θεό Λόγο και συγχρόνως τη διδασκαλική χάρη που απαιτεί γλώσσα χαριτωμένη! Πύρινες γλώσσες πάλι σημαίνει ότι είναι ομοούσιο του Πατρός και του Υιού –πυρ ο Θεός και πυρ καταναλίσκον μοχθηρίαν- και ότι οι Απόστολοι έχουν διπλή ενέργεια στο κήρυγμά τους άλλους φωτίζουν και άλλους καίνε! Μπορεί ο λόγος συγχρόνως να ευεργετεί και να τιμωρεί, άλλοι να φωτίζονται και άλλοι να κολάζονται, άλλοι να υπακούουν και άλλοι –Θεός φυλάξοι- να απειθούν οι οποίοι παραδίδονται στο αιώνιο πια πυρ! Γλώσσες ωσεί πυρός κι όχι πυρός γιατί να μην νομίζουμε ότι είναι φως αισθητό αλλά ούτε υλικό παρά επιφάνεια Αγίου Πνεύματος που διαμερίζεται στους μαθητές –έτσι φάνηκε- αφού μόνο στον Χριστό έχει ολόκληρη τη θεία χάρη και ενέργεια επειδή σε κανέναν άλλον δεν χωρά όλη η χάρη του Αγίου Πνεύματος παρά ατομικά ο καθένας μας αποκτά το ένα ή το άλλο χάρισμα κι αυτό πάλι για να μη νομίσουμε ότι η χάρη που μας δίνεται είναι φυσική…κάθησε ως Δεσπότης και ως ενιαίο το θείο Πνεύμα. Και μιλούσαν στα έθνη που συνήχθησαν στη γλώσσα του το καθένα ως όργανα του Αγίου Πνεύματος ενεργούντα και κινούμενα κατά τη θέληση και δύναμή Του όπως και κάθε όργανο που μετέχει της ενεργείας όχι της ουσίας τους ενεργούντος –η γλώσσα μου κάλαμος ταχυγράφου συγγραφέως! Συγ-γράφουμε ως όργανο Του Συγ-γραφέως μετέχοντας της ενεργείας κι όχι της ουσίας Του και πάντως συγ-γράφοντας εκείνα που θέλει και δύναται Ο Συγ-γραφέας! Επαγγελία του Πατρός γιατί προαναγγέλθηκε δια των προφητών. Μια η ευδοκία του Πατρός και του Υιού για τους πιστούς επομένως ο πιών εκ του ύδατος ό Εγώ δώσω γενήσεται πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον! Ο πιστεύων εις Εμέ ποταμοί εκ της κοιλκίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος γιατί είναι το Άγιο Πνεύμα που θα λαμβάνανε οι πιστοί… και στο σωτήριο πάθος ερχόμενος ο Κύριος έλεγε: εάν αγαπάτε Με τας εντολάς Μου τηρήσετε και Εγώ ερωτήσω τον Πατέρα και άλλον Παράκλητον δώσει υμίν ίνα μείνη μεθυμών εις τον αιώνα το Πνεύμα της αληθείας γιατί ταύτα λελάληκα υμίν παρ’ υμίν μένων ο δε Παράκλητος το Πνεύμα το Άγιον ό πέμψει ο Πατήρ εν τω ονόματί Μου Εκείνος διδάξει υμάς πάντα. Όταν λοιπόν πέμψω παρά του Πατρός τον Παράκλητον το Πνεύμα της αληθείας ό παρά του Πατρός εκπορεύεται Εκείνος μαρτυρήσει περί Εμού και οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν.

Τώρα εκπληρώθηκε η επαγγελία [υπόσχεση] και κατήλθε το Άγιο Πνεύμα παρά Πατρός και Υιού πεμφθέν και δοθέν και περιλάμψαν τους αγίους μαθητάς και όλως λαμπάδας ανάψαν θείως μάλλον δε φωστήρας αναδείξαν υπερκοσμίους και παγκοσμίους έχοντες θέση ζωής αιωνίου και φωτίζοντας όλη την οικουμένη δι’ αυτών. Κι όπως ανάβουμε λαμπάδα φωτοφόρο με λαμπάδα και ούτω καθεξής έτσι πάντα το φως μένει μόνιμα με τη χειροτονία των Αποστόλων στους διαδόχους τους και από κει πάλι σε άλλους και ούτω καθεξής διαδιδόμενη η θεία χάρη του Αγίου Πνεύματος προχωρώντας πάντα μπροστά από γενεά σε γενεά και φωτίζοντας όλους τους πιστούς Του και πιστούς και στους πνευματικούς ποιμένες και διδασκάλους. Αυτή λοιπόν τη δωρεά και χάρη του Θεού και φωτισμό με το Άγιο Πνεύμα με το ευαγγέλιο έρχεται να μας φέρει ο κάθε αρχιερέας κατά καιρούς στις πόλεις κι όσοι τους απωθούν διακόπτουν τη χάρη Του και αποχωρίζονται από το Θεό και διασπούν την αποστολική διαδοχή.

Σήμερα γιορτάζουμε τη μνήμη της επιδημίας [ερχομού] του Αγίου Πνεύματος που κατήλθε για τη σωτηρία μας από ανέκφραστη φιλανθρωπία για την οποία και ο μονογενής Υιός του Θεού κατήλθε κλίνοντας τους ουρανούς κι έλαβε σάρκα από μας. Ανήλθε στους ουρανούς αλλά αν δεν έστελνε το Άγιο Πνεύμα να συνυπάρχει και να ενισχύει τους μαθητές Του και τους επόμενους διαδόχους Του τους διδασκάλους του ευαγγελίου Του της χάριτός Του κι έτσι μόνο κηρύχτηκε σε όλα τα έθνη κι έφτασε σε μας το κήρυγμα της αληθείας. Γι’ αυτό ο φιλανθρωπότατος Δεσπότης ανέδειξε τώρα μετόχους και πατέρες και διακόνους φωτός και ζωής αιωνίου τους μαθητές Του που αναγεννούν στην αιώνια ζωή και καθιστούν τέκνα φωτός και πατέρες φωτισμού τους αξίους! Αυτός έτσι είναι μαζί μας έως της συντελείας των αιώνων όπως επαγγέλθηκε δια του Αγίου Πνεύματος που είναι ένα με τον Πατέρα και το Πνεύμα όχι κατά την υπόσταση αλλά κατά τη θεότητα κι ένας είναι ο Θεός εν τρισί σε μια τρισυπόστατη και παντοδύναμη θεότητα αφού το Άγιο Πνεύμα συνυπήρχε πάντα με τον Υιό στον Πατέρα και ήταν επομένως πάντα και θα είναι το Άγιο Πνεύμα συνδημιουργός με τον Πατέρα και τον Υιό κατά καιρόν τα δημιουργηθέντα και συνανακαινίζοντας τα φθαρέντα και συγκρατώντας τα διαμένοντα πανταχού παρόν και πληρούν τα πάντα και διέπον και εροφών τα πάντα, πού πορευθώ από του Πνεύματός Σου και από του προσώπου Σου πού φύγω;

Κι όχι μόνο παντού αλλά και πάνω από όλα στον αιώνα και το χρόνο και πριν τον αιώνα και χρόνο κι όχι μόνο έως της συντελείας αλλά κατά την επαγγελία θα είναι μαζί μας πολύ περισσότερο εφόσον είμαστε άξιοι στον μέλλοντα αιώνα απαθανατίζοντας και γεμίζοντας με αιώνια δόξα και τα σώματα πράγμα που δήλωνε κι ο Κύριος Εγώ ερωτήσω τον Πατέρα και άλλον Παράκλητον δώσει υμίν ίνα μείνη μεθ’ υμών εις τον αιώνα! Σπείρεται και θάβεται και παραχώνεται σώμα νεκρό φυσικά και κτιστό ψυχή και σώμα που κινείται και συγκρατείται και εγείρεται ξαναζώντας σώμα πνευματικό υπερφυές συγκροτούμενο και διοικούμενο από το Άγιο Πνεύμα ενδεδυμένο αθανασία και δόξα και αφθαρσία με τη δύναμη του Πνεύματος. Ο πρώτος Αδάμ, ανθρώπινος και χοϊκός, έγινε ψυχή ζώσα και ο δεύτερος, ο Κύριος εξ ουρανού, εις Πνεύμα ζωοποιούν γιατί τέτοιοι είναι οι επουράνιοι όπως κι ο επουράνιος και ποιοι είναι οι επουράνιοι άλλοι από τους εδραίους και αμετακίνητους στην πίστη τους που έχουν πάντοτε περίσσεια έργα στο έργο του Κυρίου μας και φέρουν ολοζώντανη την εικόνα του επουρανίου με την ευπείθεια σ’ Αυτόν.

Ας σπεύσουμε να πετύχουμε τη χρηστότητα και συμπάθεια του παναγίου Πνεύματος με τη μετάνοιά μας. Μισούμε; Ας συμφιλιωθούμε! Αν δεν αγαπάμε τον πλησίον πώς λέμε ψέματα ότι αγαπάμε το Θεό που δεν είδαμε; Όταν αγαπάμε τότε αλλήλους αγαπάμε και αληθινά ανυπόκριτα έμπρακτα. Πορνεύουμε και μολύνουμε το σώμα; Ας απομακρυνθούμε με εξομολόγηση και δάκρυα, νηστεία κοκ! Και με λίγα λόγια αν θέλουμε να δούμε μέρες αγαθές ας σωθούμε δω και κει από ορατούς και αοράτους εχθρούς παραμερίζοντας κακό και πράττοντας αγαθά! Ας επιστρέψουμε στα αληθινά για να επιστρέψει κι Αυτός σε μας καθαίροντας από αμαρτίες και καθιστώντας όλους μας άξιους της θείας Του χάριτος. Έτσι εορτάζουμε και τώρα και εις τους αιώνας και πανηγυρίζουμε ενθέως πνευματικά την τελείωση της θείας επαγγελίας την έλευση και ανάπαυση του παναγίου Πνεύματος σε μας και την έκβαση και συμπλήρωση της μακαρίας ελπίδας εν Χριστώ τω Κυρίω ημών Ω πρέπει δόξα και τιμή και προσκύνηση συν τω ανάρχω Αυτού Πατρί και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ Πνεύματι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος.Η Αγία Τριάς πρότυπο ενότητος. (+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)


Ἡ Αγία Τριὰς πρότυπο ἑνότητος
Ομιλία του †Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
Τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος εἶνε τὸ ἀνώτερο ἀπ᾿ ὅλα ,εἶνε τὸ «ὄνομα τὸ ὑ πὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλιπ. 2,9) .Ἡ διδασκαλία περὶ ἁγίας Τριάδος εἶνε τὸ κέντρο ὅλης τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸ δόγμα τῶν δογμάτων. Αὐ-τὸ ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς πίστεως διακηρύττουμε τὸ τρισυπόστατο τῆς Θεότητος.
Κατὰ τοῦτο ἡ πίστι μας διαφέρει ἀπὸ τὰ ἄλλαθρησκεύματα· πιστεύουμε ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε ἕνας ἀλλὰ τρισυπόστατος· Πατήρ, Υἱὸς καὶ ἅγιο Πνεῦμα –ἁγία Τριάς, ἐλέησον τὸν κόσμον σου.
Καὶ ἡ θεία Λειτουργία ἀρχίζει πάλι μὲ τὴνἐπίκλησι τῆς ἁγίας Τριάδος· «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁ - γίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων» . Τί σημαίνουν αὐτὰ ἂν τὰ μεταφέρουμε σὲ ἁπλοϊκὴ γλῶσσα · «Ὦ Θεέ μου, πόσο ὄμορφος εἶν᾽ ὁ κόσμος, ὁ ὑλικὸς καὶ πνευματικός, ποὺ δημιούργησες σὺ ὁ Πατὴρ διὰ τοῦ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ! –Τριὰς ἁγία, δόξα σοι.

Νὰ μιλήσουμε, ἀγαπητοί μου, γιὰ τὴν ἁγία Τριάδα; Κατ᾽ ἀρχὴν πρέπει νὰ ποῦμε μὲ πικρία, ὅτι ἡ σύγχρονη γενεὰ δὲν συγκινεῖται πλέον ἀπὸ τὰ ὑπερφυσικὰ γεγονότα. Παλαιότερα, τὸν Γ΄ μὲ Δ΄ αἰῶνα, οἱ ἄνθρωποι συγκλονίζον-ταν μὲ τὸ ζήτημα τῆς ἁγίας Τριάδος. Ὁ δὲ Μέγας Ἀθανσιος, ὁ πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔδωσε μάχες κραταιὲς γιὰ τὸ ὀρθόξοδο δόγμα.
Ὁ Ἄρειος ἀρνήθηκε τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ.Οἱ ὀπαδοί του μετὰ θέλησαν νὰ ἔρθουν σὲ κάποιο συμβιβασμό. Ἀλλὰ μερικὰ πράγμα τα εἶνε ἀσυμβίβαστα, ἀλήθεια καὶ ψεῦδος δὲν συμβιβάζονται. Καὶ τί συμβιβασμὸ πρότειναν αὐτοί· Δὲν ζητοῦμε τίποτε ἄλλο, ἔλεγαν· ἐκεῖ ποὺ λέμε «…γεννηθέντα, οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι᾿ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο» (Σύμβ. πίστ. 2) , στὸ «ὁμοούσιον» νὰ προστεθῇ ἕνα γράμμα, τὸ μικρότερο τοῦ ἀλφαβήτου, τὸ γιῶτα. Ἀντὶ νὰ λέμε «ὁμοούσιον» νὰ λέμε «ὁμοιούσιον».
Ἔτσι ὅμως ἄλλαζε τελείως ἡ διδασκαλία. Ἄλλο «ὁμοούσιος» καὶ ἄλλο «ὁμοιούσιος». Οἱ ὀρθδοξοι δὲν τὸ δέχτηκαν. Καὶ γιὰ ἕνα γιῶτα συγκλονίστηκε ὁ κόσμος, θυσιάστηκαν μάρτυρες καὶ ὁμολογηταὶ τῆς πίστεως, γιὰ νὰ μείνῃ τὸ Σύμβολο τῆς πίστεως ἀπαραχάρακτο.
⃝ Βλέπετε πῶς ἦταν τότε οἱ πιστοί; Σήμερα δυστυχῶς εἶνε ἀδιάφοροι . Ἂν μιλήσῃς γιὰ δόγματα, θὰ χασμουρηθοῦν. Μίλα τους γιὰ λεφτά, γιὰ γυναῖκες καὶ σέξ, γιὰ συνοικέσια καὶ γάμους, γιὰ πολιτικὴ καὶ ἐκλογές…· κάθονται κι ἀκοῦνε μέχρι τὶς πρωινὲς ὧρες. Γιὰ τὴν ἁγία Τριάδα, γιὰ τὸ δόγμα τῶν δογμάτων ; τίποτα.
Ἕνας διανοούμενος, ὁ Τζοβάννι Παπίνι, ποὺ ἦταν ἄπιστος καὶ κατόπιν πίστεψε, μελετώντας τὸ Εὐαγγέλιο ἔγραψε τὸ βιβλίο «Ἱστορία τοῦ Χριστοῦ» ποὺ μεταφράστηκε σὲ πολλὲς γλῶσσες. Ἐκεῖ λέει, ὅτι οἱ ἄνθρωποι σήμερα δὲν πιστεύουν στὴν ἁγία Τριάδα· μιὰ ἄλλη τριάδα λατρεύουν. Ποιά εἶνε ἡ τριάδα τοῦ κόσμου· πρῶτον ἡ δύναμις μὲ σύμβολο τὸ ξίφος (Τὸ ξίφος μου θὰ δημιουργήσῃ ἱστορία, ἔλεγε ὁ Χίτλερ, χίλια χρόνια θὰ κυβερνῶ τὸν κόσμο…),δεύτερον τὸ χρῆμα –ἔχεις λεφτά; ἀγοράζεις τὰ πάντα–, καὶ τρίτον τὸ σέξ. Αὐτὰ βασιλεύουν. Ἡ ἁγία Τριὰς ἀντιμετωπίζεται μὲ ἀδιαφορία
.⃝ Ἀδιάφοροι εἶνε σήμερα οἱ ἄνθρωποι· κι ὄχιμόνο ἀδιάφοροι ἀλλὰ καὶ ἄπιστοι , ἀκόμη καὶ ἐχθροὶ τῆς πίστεως. Χλευάζουν, ἀμφισβητοῦν, θέλουν ἀποδείξεις. Ἄκου ἐκεῖ, λένε· εἶνε δυνατὸν τὰ τρία νὰ εἶνε ἕνα καὶ τὸ ἕνα νὰ εἶνετρία;… Τί ἔχουμε νὰ ἀπαντήσουμε σ᾿ αὐτούς;Ὁμολογοῦμε ὅτι τὸ δόγμα τῆς ἁγίας Τριάδος εἶνε μυστήριο. Ἀλλὰ ἐρωτῶ· εἶνε τὸ μόνο μυστήριο;
Χίλια μυστήρια ὑπάρχουν στὴ φύσι. Ποῦ νὰ τ᾽ ἀπαριθμήσω; Μυστήριο ὁ ἠλεκτρισμός – τί εἶνε ὁ ἠλεκτρισμός; δὲν ἀπήντησε ἀκόμα ἡ ἐπιστήμη. Τί εἶνε ὁ μαγνητισμός; τί εἶνε ἡ παγκόσμιος ἕλξις; τί εἶνε ἡ πυρηνικὴ ἐνέργεια; τί εἶνε ὅλ᾽ αὐτά; Μυστήρια. Λῦσε λοιπόν, ἄνθρωπε ὑπερήφανε, τὰ μυστήρια τὰ φυσικά, καὶ μετὰ νὰ τολμᾷς νὰ ζητᾷς νὰ κα-τανοήσῃς τὸ ὑπερφυέστερο, τὸ ὕψιστο μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος. Μπροστὰ σ᾽ αὐτὸ καὶ τὰ μεγαλύτερα πνεύματα ἰλιγγιοῦν.Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ πνεύματα ἦταν ὁ ἱερὸςΑὐγουστῖνος , τοῦ ὁποίου ἀναξίως φέρω τὸ ὄ-νομα. Ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος προσπάθησε νὰλύσῃ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος. Νύχτες ὁλόκληρες μελετοῦσε γιὰ νὰ ἐξηγήσῃ πῶς τὰτρία εἶνε ἕνα. Δὲν μπόρεσε. Ζαλισμένος βγῆκε ἀπὸ τὸ σπουδαστήριό του, πῆγε στὴν ἀκρογιαλιά, κ᾽ ἐκεῖ τί εἶδε· εἶδε ἕνα μικρὸ παιδάκι νὰ ἔχῃ ἀνοίξει μιὰ λακκούβα στὴν ἀμμουδιὰ καὶ μ᾽ ἕνα κουβαδάκι νὰ φέρνῃ νερὸ ἀπ᾽ τὴ θάλασσα. –Τί κάνεις ἐδῶ, παιδί μου; τὸ ρώτησε. –Νά, λέει τὸ παιδί, θ᾽ ἀδειάσω τὴ θάλασσα μέσα στὴ λακκούβα. –Αὐτό, παιδί μου, εἶνε ἀδύνατον. Καὶ τότε τὸ παιδί, ποὺ δὲν ἦταν παιδὶ ἀλλὰ ἦταν ἄγγελος, τοῦ λέει· –Ἐὰν αὐτὸ εἶνε ἀδύνατο, τότε πόσο πιὸ ἀδύνατο εἶνε νὰ χωρέσῃ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος μέσα στὸ μικρὸ μυαλὸ τοῦ ἀνθρώπου;… Τὸ μυστήριο προσεγγίζεται ὄχι μὲ τὴ λογικὴ ἀλλὰ μὲ τὴν κεραία τῆς πίστεως· τὸ δεχόμεθα μὲ τὴν πίστι.
⃝ Ὑπάρχουν καὶ κάποιοι ἄλλοι ἄπιστοι ποὺ λένε· Καλά, κι ἂν τὸ δεχτοῦμε τί ὠφέλεια ἔχουμε; Τίκερδίζουμε ἂν πιστέψουμε στὴν ἁγία Τριάδα;… Ἀπαντοῦμε. Ἂν καὶ τὰ δόγματα φαίνονταιὅτι εἶνε ξηρὰ καὶ δὲν ἔχουν καμμιά ἐπιρροὴ ἐπάνω στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἐν τούτοις ἔχουν μεγάλη, πολὺ μεγάλη ἐπιρροή. Ἕνα δέντρο ἀποτελεῖται ἀπὸ πολλὰ μέρη· ποιό ἀπ᾽ αὐτὰ εἶνε τὸ σπουδαιότερο; Δὲν εἶνε οὔτε ὁ κορμός, οὔτε τὰ κλαδιά, οὔτε τὰ φύλλα, οὔτε τὰ ἄνθη· τὸ σπουδαιότερο στὸ δέντρο εἶνε ἐκεῖνο ποὺ δὲν φαίνεται, ἡ ῥίζα, ἕνα ξερὸ πρᾶγμα θαμμένο μέσ᾽ στὸ χῶμα. Φαίνεται ξερό, ἀλλὰ εἶνε; Ἂν κόψῃς τὴ ῥίζα, τὸ δέντρο ξεράθηκε·ἀπ᾽ αὐτὴν ἀντλοῦν χυμοὺς καὶ ὁ κορμὸς καὶτὰ κλαδιὰ καὶ τὰ φύλλα καὶ τὰ ἄνθη. Ὅπως λοιπὸν στὸ δέντρο τὸ σπουδαιότερο μέρος εἶνε ἡ ῥίζα, ἔτσι κ᾽ ἐδῶ ῥίζα, ῥίζα μὲ τρεῖς κλώνους, εἶνε ἡ ἁγία Τριάδα. Κ᾽ ἔχει μεγάλη σπουδαιότητα τὸ δόγμα αὐτὸ στὴ ζωή μας.Ποιό θεωρεῖται σήμερα ζωτικὸ θέμα, ζήτημα ποὺ μᾶς καίει;
Ἡ ἑνότης! Μεγάλο πρᾶγμα ἡ ἑνότης. Ἂν ῥίξουμε ὅμως ἕνα βλέμμα γύρωμας, ποῦ εἶνε ἡ ἑνότης; Ὑπάρχει ἑνότης στὸ πρόσωπο; Ἂν ρωτήσετε ψυχολόγους, θὰ σᾶς ποῦν ὅτι καὶ ὁ πιὸ λογικὸς ἄνθρωπος ἔχει τὸ λεγόμενο «πεντάλεπτο τῆς τρέλλας». Ποῦ ἡ ἑνότης τοῦ ψυχικοῦ μας βίου; Διχασμένες προσωπικότητες εἴμαστε. Ὑπάρχει, κατόπιν, ἑνότης στὴν οἰκογένεια; Τί δείχνουν τὰ διαζύγια,τὰ οἰκογενειακὰ δράματα καὶ ἐγκλήματα; Κάποιος παντρεμένος, ποὺ πῆρε μάλιστα τὴ γυναῖκα του ἀπὸ ἔρωτα, ὅταν μετὰ τὸ γάμο τὸν ρώτησαν πῶς περνάει, εἶπε· Δὲν ἔχουμε ἁρμονία· ὅταν γνώρισα τὴ γυναῖκα μου, τότε …ἀγάπησα τὸ σκύλο μου!
Γι᾽ αὐτὸ κοντεύουμε νὰ καταντήσουμε Σικάγο. Ὑπάρχει, τέλος, ἑνότης στὴν κοινωνία; Διαιρεθήκαμε μεταξύ μας,ἡ μικρή μας πατρίδα εἶνε χωρισμένη σὲ κόμματα… Ποῦ, ἐπὶ τέλους, ὑπάρχει ἑνότης;
Ὄχι στὴ γῆ. Ὑψῶστε τὰ μάτια σας πάνω ἀπ᾽τὰ βουνά, στὸν οὐρανό. Περάστε τὸν ἥλιο, τὰ ἀστέρια, τοὺς γαλαξίες. Προχωρῆστε καὶ φθά-στε ἐκεῖ ποὺ ἀκούγεται τὸ «Ὡσαννὰ» ἀπὸ τὰ ἀρχαγγελικὰ τάγματα, στὸ θρόνο τοῦ Κυρίου , τοῦ Τρισυποστάτου Θεοῦ. Ἐκεῖ εἶνε ὁ Πατήρ,ὁ Υἱὸς καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Τὰ τρία αὐτὰ πρόσωπα ἔχουν μεταξύ τους ἑνότητα. Ὅ,τι σκέπτεται ὁ Πατήρ, σκέπτεται ὁ Υἱός· κι ὅ,τι σκέπτεται ὁ Υἱός, σκέπτεται τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο.
Ὅ,τι ἀγαπᾷ ὁ Πατήρ, ἀγαπᾷ καὶ ὁ Υἱός· κι ὅ,τι ἀγαπᾷ ὁ Υἱός, ἀγαπᾷ καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Ὅ,τι θέλει ὁ Πατήρ, θέλει καὶ ὁ Υἱός· κι ὅ,τι θέλει ὁΥἱός, θέλει καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Καμμία διχόνοια. Ἑνότης ἀδιάσπαστη, πρότυπο ἑνότητος, ἀρχέτυπο ἑνότητος. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς ὅταν ἔφευγε ἀπὸ τὸν κόσμο, τὴ Μεγάλη Πέμπτη τὸ βράδυ, ἔκανε ἐναγώνια προσευχὴ πρὸς τὸν Πατέρα καὶ εἶπε· Πατέρα οὐράνιε, σὲ παρακαλῶ «ἵνα ὦ σιν ἕν» (Ἰω. 17,12 κ.ἑ) , οἱ Χριστιανοὶ ποὺ πιστεύουν στὸ ὄνομά μου νὰ εἶνε ἕνα. «Καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἓν ὦσιν,…. ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν» (ἔ.ἀ. 17,21-23) . Ἔτσι ἡ ἑνότης τῶν προσώπων τῆς Θε-ότητος εἶνε πρότυπο γιὰ μᾶς, πῶς ν᾿ ἀποκτήσουμε ἐμεῖς ἑνότητα. Καὶ στὴν θεία Λειτουργία λέμε «Τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως…» (θ. Λειτ.) .
Μεγάλο πρᾶγμα ἡ ἑνότης. Ἦταν κάποτε ἡπατρίδα μας ἑνωμένη. Καὶ τότε ἔφτασε μέχριτὰ ἄστρα· θὰ πραγματοποιοῦσε τὰ μεγαλύτε-ρα ὄνειρα. Ἦρθε μετὰ ἡ διαίρεσις, διχαστήκαμε, διαιρεθήκαμε, καταστραφήκαμε.Ἑνότης! Ἑνότης προσωπική, οἰκογενειακή, κοινωνική, ἐθνική, ἑνότης πανανθρώπινη. «Γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν »(ἔ.ἀ. 10,16) θὰ ἔρθῃ ἡ ὥρα ποὺ θὰ γίνῃ αὐτό. Ὅλες οἱ ση-μαῖες θὰ καταργηθοῦν, καὶ μία σημαία θὰ κυ-ματίζῃ στὸν κόσμο ὁλόκληρο. Ἡ σημαία αὐτὴ δὲν θὰ εἶνε οὔτε τῆς μιᾶς οὔτε τῆς ἄλλης ὑπερδυνάμεως· θὰ εἶνε ἡ σημαία τῆς ἁγίαςΤριάδος. Ἥν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ-περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Τριάδος Πτολεμαΐδοςτὴν 19-6-1989.

Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

Κυριακή της Πεντηκοστής -«Λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς»


Απόστολος: Πραξ. β΄ 1-11
Ευαγγέλιο: Ιωάν. ζ΄ 37-52, η΄ 12
«Λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς» (Πραξ. α΄8).

Δυο σημαντικά γεγονότα προβάλλουν κατά τη σημερινή ημέρα της Πεντηκοστής. Πρώτον, η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος και δεύτερον η ίδρυση της Εκκλησίας. Η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη εξαγγελία του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη. Η πρώτη εξαγγελία αναφερόταν στον ερχομό του Μεσσία, του Λυτρωτή που εκπληρώθηκε με την ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού, του Ιησού Χριστού. Η δεύτερη εξαγγελία αναφερόταν στον ερχομό, τη δωρεά και την παρουσία του Αγίου Πνεύματος, που ήταν συνδεδεμένη με την πρώτη, η οποία μάλιστα εθεωρείτο και ως προϋπόθεση. 

Διότι η δωρεά του Αγίου Πνεύματος «ηγοράσθη δια του αίματος του Χριστού, το οποίον υπήρξε το πολυτιμότατον τίμημα» και το οποίον έπρεπε να καταβληθεί για να μας δοθεί το Άγιο Πνεύμα. Σήμερα, λοιπόν, εκπληρώνεται μια από τις εξαγγελίες του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη μέσω του προφήτη Ιωήλ: «Αυτό θα συμβεί στις έσχατες ημέρες, λέει ο Θεός: Θα χαρίσω πλουσιοπάροχα το Πνεύμα μου σε κάθε άνθρωπο».

Ενώ ως τώρα το Άγιο Πνεύμα επενέβαινε επιλεκτικά φωτίζοντας και καθοδηγώντας κάποιες προφητικές μορφές της Παλαιάς Διαθήκης, από την ημέρα της Πεντηκοστής το Άγιο Πνεύμα χαρίζεται πλουσιοπάροχα «επί πάσαν σάρκα» (Πράξ. β΄ 17). Μάλιστα τούτο το γεγονός αποτελεί κατά τον υμνωδό «προθεσμία επαγγελίας και ελπίδος συμπλήρωσιν», ιδιαίτερα και της Καινής Διαθήκης. Ο ίδιος ο Ιησούς λίγο πριν αναληφθεί εις τους ουρανούς έδινε τη σπουδαία υπόσχεση στους μαθητές του ότι: «θα λάβετε δύναμη όταν θα έρθει το Άγιο Πνεύμα σε εσάς, και θα γίνετε μάρτυρες δικοί μου στην Ιερουσαλήμ, σε όλη την Ιουδαία και τη Σαμάρεια και ως τα πέρατα της γης». (Πραξ. α΄ 8).
Προαιώνιες, λοιπόν, αλλά και πρόσφατες υποσχέσεις του Θεού σχετικά με το Άγιο Πνεύμα εκπληρώνονται σήμερα. Αισθητή η παρουσία του Αγίου Πνεύματος. «ήχος ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας» και «γλώσσαις ωσεί πυρός». Αισθητή η παρουσία, αλλά αισθητά και τα αποτελέσματα της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Αισθητή η παρουσία του Αγίου Πνεύματος, όχι μόνο στους Μαθητές του Χριστού, αλλά και στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ που κατευθύνθηκαν προς το μέρος «της φερόμενης πνοής βιαίας». Αισθητά και μάλιστα άμεσα τα αποτελέσματα της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Οι αγράμματοι ψαράδες της Γαλιλαίας γίνονται πάνσοφοι και διηγούνται, όχι μόνο στη δική τους γλώσσα, αλλά σε όλες τις γλώσσες των παρευρισκομένων τα μεγαλεία του Θεού. Παράλληλα οι δειλοί και φοβισμένοι μαθητές ανοίγουν τις κλειστές πόρτες και από τους εξώστες και τις πλατείες γίνονται κήρυκες τόσο της Αναστάσεως του Ιησού, όσο και τις επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος. Ριζική ακόμα η αλλαγή στην καθημερινή ζωή τους. Ξεπέρασαν ελλείψεις, αδυναμίες και ατέλειες. Έγιναν πρότυπα τελειότητας και αγιότητας για τούτο με αίσθημα ευθύνης καλούσαν τους ανθρώπους να μιμηθούν τη ζωή τους, γιατί αυτοί μιμήθηκαν τη ζωή του Χριστού.
«Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού» (Α΄ Κορ. ια΄ 1) ήταν η σταθερή προτροπή του Αποστόλου Παύλου προς τους Χριστιανούς. Από τότε οι μιμητές του Αποστόλου Παύλου πληθαίνουν χάρις στο φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Από τότε διδάσκουν με την υποδειγματική ζωή τους γιατί, ενώ βρίσκονται στη γη η συμπεριφορά τους είναι ουράνια. Με τον φωτισμό και την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος κάλεσαν και πάλι σε ενότητα τους ανθρώπους. Όλοι ανεξάρτητα από μόρφωση και κοινωνική τάξη, ανεξάρτητα από φύλο, χρώμα ή φυλετική καταγωγή έγιναν δέκτες των καρπών του Αγίου Πνεύματος τους οποίους και μετέφεραν στην καθημερινή ζωή τους. Ο καρπός του Αγίου Πνεύματος εκφράζεται με μια πολυμορφία και όχι με μια μεμονωμένη αρετή. Τέτοιοι καρποί κατά τον Απόστολο Παύλο είναι «η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η καλοσύνη, η αγαθότητα, η πίστη, η εγκράτεια» (Γαλ. ε΄ 22-23). Με αυτά τα χαρίσματα έγιναν τα διαχρονικά πρότυπα που μας καλούν να τα μιμηθούμε.
Το ότι η πολυμορφία δεν προϋποθέτει διάσπαση αλλά ενότητα και αλληλεξάρτηση επιβεβαιώνεται από τον όρο «ο δε καρπός» και όχι οι καρποί του Πνεύματος. Η αποδοχή του προϋποθέτει πίστη και επιβεβαίωση στην πράξη με την αγάπη που αποτελεί και την πραγματική θεογνωσία.
Αγάπη και πίστη είναι οι δυο βασικότερες χριστιανικές αρετές που συνδέονται μεταξύ τους. Αγάπη και πίστη προς τον Θεό, αλλά και αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Αυτή η αδιάσπαστη ενότητα εκφράζεται μέσα από τα λόγια της θείας λειτουργίας «αγαπήσωμεν, αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον». Δεν μπορεί να υπάρξει πίστη και αγάπη προς τον Θεό αν δεν υπάρξει αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Τονίζει ο Ευαγγελιστής της αγάπης, ο Ιωάννης: «Ταύτην την εντολήν έχομεν απ’ αυτού, ίνα ο αγαπών τον Θεόν αγαπά και τον αδελφόν αυτού» (Α΄ Ιωάν. δ΄21). Μάλιστα η αγάπη προς τον συνάνθρωπο είναι και η επιβεβαίωση της αγάπης προς τον Θεόν.
Η αγάπη δεν είναι σχήμα λόγου. Η αγάπη είναι «αγαθότροπος βίος». Η αγάπη εκφράζεται με πολλούς τρόπους. Η αγάπη είναι μια διαρκής θυσία. Προσφέρει χωρίς να περιμένει ανταλλάγματα. Κατά τον Απόστολο Παύλο «εκείνος που αγαπάει έχει μακροθυμία, έχει και καλοσύνη• εκείνος που αγαπάει δε ζηλοφθονεί• εκείνος που αγαπάει δεν κομπάζει, ούτε περηφανεύεται, είναι ευπρεπής, δεν είναι εγωιστής ούτε ευερέθιστος• ξεχνάει το κακό που τον έχουν κάνει, δε χαίρεται για το στραβό που γίνεται, αλλά μετέχει στη χαρά για το σωστό. Εκείνος που αγαπάει όλα τα ανέχεται, σε όλα εμπιστεύεται για όλα ελπίζει, όλα τα υπομένει» (Α΄ Κορ. ιγ΄ 4-7).
Αδελφοί μου, οι Χριστιανοί της σημερινής εποχής που επενδύσαμε στην τεχνολογία και την επιστήμη πόσο κοντά ή πόσο μακριά βρισκόμαστε στον πιο πάνω καρπό του Αγίου Πνεύματος; Ο βίος και η πολιτεία μας βοά ότι απογυμνωθήκαμε τόσο από την ηθική όσο και τις εν γένει αρετές. Ενέργειες, κρίσεις, αλλά και αστοχία σε τέτοιο βαθμό στις αποφάσεις μας δημιουργεί την αίσθηση ότι αρνούμαστε συνειδητά τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Δυστυχώς με λόγια και με πράξεις καθημερινά «βλασφημούμε κατά του Αγίου Πνεύματος». Το κακό που υπάρχει μέσα μας και γύρω μας δε δαμάζεται με την επιβολή του τεχνικού πολιτισμού. Το κακό για να δαμαστεί χρειάζεται ηθική δύναμη. Πάνω απ’ όλα όμως χρειάζεται «δύναμις εξ’ ύψους» που μπορεί να προσφέρει το Άγιο Πνεύμα. Μόνο με την παρουσία του Αγίου Πνεύματος μπορεί να υπάρξει ηθική αναγέννηση και αγιασμός. Αυτός είναι ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός. Ας το παρακαλέσουμε «ελθέ και σκήνωσον εν ημίν». Αμήν.

ΠΗΓΉ: http://aktines.blogspot.gr/2013/06/blog-post_3816.html